Εν αναμονή της ανακοίνωσης της ανανέωσης της συνεργασίας του Ολυμπιακού με τον Πέδρο Μαρτίνς, κάνουμε μερικές σκέψεις πάνω στην πορεία και τη ζωή του, όπως τη διηγήθηκε πρόσφατα ο ίδιος.
Ο προπονητής του Ολυμπιακού Pedro Martins, που έπιασε λιμάνι στον Πειραιά τον Απρίλιο του 2018 και μακροημερεύει, ανήκει σε ένα σύγχρονο κύμα των Πορτογάλων «εξερευνητών», που θέλουν να γνωρίζουν τον κόσμο, καθότι είναι χαραγμένο στο DNA αυτού του λαού να γνωρίζουν νέους κόσμους. Ο Μαγγελάνος, ο Ντιόγο Ντίαζ, ο Βάσκο Ντα Γκάμα, ο Πέδρο Αλβάρεζ Καμπράλ, ο Φραντσίσκο ντε Αλμέιδα και άλλοι άφησαν κληροδότημα στους σύγχρονους Πορτογάλους τα ταξίδια. Δεν υπάρχει πιο πολυταξιδεμένος λαός από αυτούς. Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις σε όλο τον κόσμο, θα βρεις από κάτω έναν Πορτογάλο ποδοσφαιριστή ή προπονητή. Κι επειδή κάθε ταξίδι είναι κι ένα ρίσκο, βαθιά στην ψυχή των Πορτογάλων, αλλά και στο πρόσωπό τους είναι φωλιασμένη η μουσική Φάδο, το πεπρωμένο, δηλαδή. Είναι μία μελαγχολική μουσική, παιγμένη από Πορτογάλους ναύτες περασμένων αιώνων με πονεμένους στοίχους που μιλούν για τις λύπες της φυγής, την προσμονή του γυρισμού, την μοίρα των φτωχών, τη νοσταλγία. Ό,τι, ακριβώς αποτυπώνεται στην κατά τα άλλα γοητευτική φυσιογνωμία του Πέδρο Μαρτίνς. Άλλωστε κι ο «δικός μας άνθρωπος», Φερνάντο Σάντος, δεν έδειχνε και ο πιο χαρούμενος άνθρωπος του κόσμου. Όμως, ο Πέδρο έχει κι έναν άλλο λόγο σοβαρό για την άκρυφτη μελαγχολία του. Μέσα σε ένα χρόνια, το 2007 και το 2008 έχασε πατέρα κι αδερφό και τους δυο από καρδιακό επεισόδιο. Κι όταν ρωτήθηκε σχετικά αν ο ίδιος φροντίζει την καρδιά του, απάντησε «παίρνω δισκία χοληστερόλης και ασπιρίνες».
Ο Πέδρο ήταν το τρίτο παιδί της οικογένειας, σε μια προσπάθεια να φέρουν στον κόσμο ένα κοριτσάκι, όπως αποκάλυψε ο ίδιος μιλώντας στην ιστοσελίδα tribunaexpresso.pt. Πιτσιρίκι καθώς ήταν δεν είχε καλή άποψη για το δημοτικό σχολείο, όπως σχεδόν όλα τα πιτσιρίκια του κόσμου. Πετροβολούσε τη ζωή στα σοκάκια της Σάντα Μαρία ντα Φέιρα, μία κωμόπολη 11.000 ψυχών, με το επιβλητικό κάστρο του 11ου αιώνα να προστατεύει την πόλη, αλλά να έχει και αλάνα για μπάλα. Δεν ήταν και καμιά φρονιμάδα, το αντίθετο, μάλιστα. Μέγας ζαβολιάρης. Αργότερα, στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση αναθεώρησε, αλλά, πλέον, στο μυαλό του είχε μόνο η μπάλα, όχι οι επιστήμες. Δούλεψε στο συνεργείο αυτοκινήτων του πατέρα του, κάτι σαν λογιστής, «έτρεχα στις τράπεζες, για λογαριασμούς κ.λπ.» και όταν έδινε ο Θεός την ημέρα, στο πρωινό πιάτο έτρωγε μπάλα, στο γεύμα μπάλα και στο δείπνο, επίσης. Βέβαια, ως γνήσια οικογένεια της πόλης, στο τραπέζι υπήρχε πάντα το ονομαστό ψωμί Fogaca da Feira, που μόνο εκεί φτιάχνεται από αλεύρι σιταριού, αυγά, ζάχαρη, βούτυρο, μαγιά, κανέλα, χυμό λεμονιού και φλούδα λεμονιού.
Η μητέρα του είχε κατάστημα ρούχων. Δεν τους περίσσευαν τα λεφτά, αλλά δεν πεινούσαν κιόλας. Κάπως έτσι κύλησαν τα παιδικά χρόνια του Πέδρο Μαρτίνς με την ζωή του. Μεγάλωσε, έπαιξε μπάλα, έφτασε μέχρι την εθνική ομάδα, καλός αμυντικός χαφ, αλλά «υπήρχαν καλύτεροι από μένα, όπως ο Πάουλο Σόουζα (πρώην παίκτης του Παναθηναϊκού), ο Πάουλο Μπέντο (πρώην προπονητής του Ολυμπιακού), αλλά αυτό είναι ιστορία, πια».
Πριν καλά – καλά τελειώσει την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής, ο Μαρτίνς άρχισε τα μαθήματα προπονητικής. Προπόνησε αρκετές ομάδες, αλλά όπως τονίζει δεν αντέγραψε ποτέ προπονητή. Κάτι σαν το «my way». Έδωσε μεγάλη έμφαση στην ψυχολογία του ποδοσφαιριστή και διηγήθηκε το εξής περιστατικό: «Όταν ήμουν στη Βιτόρια, ο προπονητής μας Κουϊνίτο την ώρα που ταξιδεύαμε για το γήπεδο με το λεωφορείο, έβγαλε ένα μπουκάλι σαμπάνια και πλαστικά ποτήρια, κέρασε όλους τους παίκτες λέγοντας ότι γιορτάζουμε προκαταβολικά. Αυτό μας ανέβασε την ψυχολογία. Κερδίσαμε».
Ο Πέδρο Μαρτίνς έχει να υπερηφανεύεται και για μία ακόμα, μεγάλη αλήθεια. Ότι σε ποια ομάδα και αν δούλεψε, έφυγε αφήνοντας γεμάτα ταμεία από τις πωλήσεις παικτών. Όπως και στον Ολυμπιακό ως τώρα…
Διαβάστε επίσης
Μέσα στη Σχολή της Κολονίας
Ότο Ρεχάγκελ: η πραγματική ιστορία (ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ)