Χρυσοποίκιλτο επάγγελμα. Κάθεται σε ένα γραφείο και περιμένει να πουλήσει την πραμάτια του στην Μπαρτσελόνα, την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, τον Ολυμπιακό, μέχρι και στην… Καλαμάτα και τον Εργοτέλη. Κέρδος του, η νόμιμη προμήθεια 10% επί του κόστους της μεταγραφής.
Τι ακριβώς, κάνει ένας ατζέντης; Υπογράφει συμβόλαιο με τα… πόδια (αλλά όχι «στο πόδι») των ποδοσφαιριστών και πλέον, είναι αυτός ο υπεύθυνος για το ποσό της μεταγραφής. Ο ποδοσφαιριστής παύει να ασχολείται. Αυτός είναι ο διαμεσολαβητής, ο μεσίτης με όποια ομάδα ενδιαφέρεται να τον αγοράσει. Προσπαθεί να πετύχει το μεγαλύτερο δυνατό κόστος, γιατί κι ο ίδιος έχει λαμβάνειν. Τις περισσότερες φορές, μάλιστα, δεν ρωτάει ούτε τον ίδιο τον πελάτη του αν θέλει να μεταγραφεί στο Κατάρ ή στην Κίνα, που το χρήμα είναι περισσότερο. Κλείνει την συμφωνία και μετά του ανακοινώνει. Ξεκούραστα λεφτά.
Υπερβολή; Όχι, βέβαια. Στην εποχή του στυγνού επαγγελματισμού, η φανέλα δεν έχει καμία αξία, ούτε η χώρα. Προέχει το χρήμα. Για παράδειγμα, ο Μαροκινός πρώην σέντερ φορ του Ολυμπιακού Γιουσέφ Ελ Αραμπί. Προκρίθηκε με τον Ολυμπιακό στους ομίλους του Champions League. Δεν θα ήταν ένα όνειρο γι αυτόν να παίξει στην σημαντικότερη και πιο λαμπρή διασυλλογική διοργάνωση του κόσμου, όταν, μάλιστα, ήταν 33 ετών; Η απάντηση είναι καθαρή: «Όχι». Ομάδα του Κατάρ του πρότεινε τα διπλά λεφτά απ’ αυτά που εισέπραττε στον Ολυμπιακό, από το 1.75 εκατ. το χρόνο στον Πειραιά, οι Καταριανοί του πρόσφεραν 2.5 εκατ. ευρώ ετησίως. Σε τέτοιες περιπτώσεις παρεμβαίνει ο ατζέντης κι αρχίζει τις διαπραγματεύσεις. Στην περίπτωση του Ελ Αραμπί, ο ατζέντης προσπαθεί να επιτύχει παρόμοια συμφωνία με τον Ολυμπιακό, ώστε ο παίκτης να παραμείνει με περισσότερα χρήματα, αλλά να πάρει και τη δόξα του Champions League. Που αν έπαιζε καλά, μπορούσε να πουληθεί με περισσότερα χρήματα ή να ζητούσε περισσότερα από τον Ολυμπιακό. Ο ατζέντης είναι επιχειρηματίας.
Ο Ελ Αραμπί, ωστόσο, όπως και κάθε ποδοσφαιριστής, έχει συμβόλαιο με την ομάδα του. Στην πράξη, ο ατζέντης το ακυρώνει όποτε θέλει! Αν ένας παίκτης βρει ένα καλύτερο συμβόλαιο, απλά ανακοινώνει στην ομάδα του ότι θέλει να φύγει και ότι πρέπει να πουληθεί. Αν η ομάδα αρνηθεί, τότε παρεμβαίνει η αρμόδια οικονομική επιτροπή της FIFA και αποτιμά την τιμή του παίκτη, πόσα δηλαδή, θα πρέπει να πληρώσει η ομάδα που θέλει να τον αγοράσει.
Να μιλήσουμε με νούμερα; Με βάση έκθεση της FIFA το 2019 το ιλιγγιώδες ποσό των 653.9 εκατ. ευρώ κατέληξαν στις τσέπες των διαμεσολαβητών – ατζέντηδων κι είναι ποσό ρεκόρ στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Το 80% αυτού του ποσού αναλογεί σε μεταγραφές που έγιναν στα πέντε κορυφαία πρωταθλήματα της Ευρώπης (Αγγλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία) συν την Πορτογαλία. Στην Αγγλία την περασμένη σεζόν ξοδεύτηκαν 181.9 εκατ. ευρώ για μεταγραφές και σχεδόν τα μισά αυτών (78.1 εκατ. ευρώ) ήταν προμήθειες. Προφανώς και δεν αντιστοιχούν τα ποσά στο 10% που παίρνουν. Αυτό είναι το ελάχιστο, αυτοί ζητούν όσα θέλουν για προμήθεια προκειμένου να πουλήσουν.
Ένα άλλο ταχυδακτυλουργικό κόλπο που χρησιμοποιούν οι ατζέντηδες στις διαπραγματεύσεις τους είναι και ο εξαναγκασμός σε παράλληλη αγορά. Αν μια ομάδα «καίγεται» για έναν παίκτη, ο καλός ατζέντης τον πουλάει, υπό τον όρο η ομάδα να πάρει έναν ακόμα, «πελάτη» του αμφιβόλου αξίας και να τον πληρώνει ακόμη και αν δεν παίζει. Το φαινόμενο ευδοκιμεί στην Ελλάδα και γι αυτό βλέπουμε παίκτες που έρχονται, πληρώνονται και δεν… ακουμπάνε μπάλα. Κλασικό παράδειγμα ο Γερμανός Βέμπερ του Παναθηναϊκού, που πληρωνόταν δυο χρόνια, για να βλέπει τα ματς από την κερκίδα! Ο ατζέντης, ωστόσο, τα πήρε κανονικά τα λεφτά του.
Πολλοί ιδιοκτήτες ομάδων, ειδικά στην Αγγλία, θεωρούν ότι οι ατζέντηδες είναι ένα «καρκίνωμα» του ποδοσφαίρου και προτιμούν την απ ευθείας διαπραγμάτευση με τον κάθε παίκτη. Και τι είπε ο διάσημος ατζέντης, Πορτογάλος Ζόρζε Μέντες, που έχει πελάτες τους Μουρίνιο και Ρονάλντο; Ότι οι παίκτες είναι μόνο για να… παίζουν και όχι οικονομικοί διαπραγματευτές. Ο εν λόγω είναι αυτός που δημιούργησε πορτογαλική παροικία στον Ολυμπιακό…