Τα social media και οι άπειρες ευκαιρίες για αυτοέκφραση έχουν μετατρέψει τη δημόσια σφαίρα μιας διαχρονικά αντιφατικής και διπολικής χώρας, σε ένα απέραντο πάρκο ασυναρτησίας.
Περίπου έναν αιώνα πριν οι Έλληνες μιλούσαν στη δημοτική αλλά έγραφαν στην καθαρεύουσα. Ονειρεύονταν την Κωνσταντινούπολη για πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, ενώ οι Πολίτες όδευαν προς την Αθήνα μέσα από τις στάχτες της Μικρασιατικής καταστροφής. Μισό αιώνα μετά αγκάλιαζαν με θέρμη οτιδήποτε προερχόταν από την Ευρώπη και κατάπιναν αμάσητο οτιδήποτε αμερικανικό, και παρότι απέρριπταν το ντόπιο, ένιωθαν κτήμα τους τη μυθολογία και το αρχαίο παρελθόν με το οποίο ελάχιστη σχέση είχαν. Και πάντοτε στέκονταν μεταξύ της αυθόρμητης νοοτροπίας της Ανατολής και της συστηματικής σκέψης της Δύσης, εν μέσω παράδοσης και εκσυγχρονισμού, ανάμεσα στην αυθεντικότητα και τον μιμητισμό, όπου και όπως βόλευε τον καθένα. Γιατί στην ερώτηση «ποιον δρόμο θέλουμε να ακολουθήσουμε;» σοβαρή απάντηση δεν δόθηκε ποτέ, ούτε από τους πολίτες ούτε από τις πολιτικές. Όποιος υποστηρίζει ότι η Ελλάδα επιβιώνει στους αιώνες μέσα από αυτή ακριβώς τη σύνθεση των αντιθέτων, ωραιοποιεί φαντασιακά μια κατάσταση και αποφεύγει να αναφερθεί στο υψηλό τίμημα που καταβάλλεται διαχρονικά. Οι μαγκιές κοστίζουν, άλλωστε.Τα πράγματα επιδεινώθηκαν στη σύγχρονη εποχή, από τη δεκαετία του ’80 και μετά. Η μεγάλη ζωή βρήκε το νόημά της στα τραπεζικά δάνεια και ύστερα στα χρέη, γιατί η φτώχεια θέλει καλοπέραση. O ωχαδερφισμός απέκτησε προσωρινώς ανταγωνισμό από τον εθελοντισμό, ο οποίος γρήγορα μεταβλήθηκε σε έναν ακόμη τρόπο εργασιακής εκμετάλλευσης αλλά και κάλυψης των ανεπαρκειών του πάντοτε λειψού κράτους. Συμπεριφορές και αντιλήψεις αντιφατικές, αμφιταλαντεύσεις και ανακολουθίες στα όρια του παραλογισμού, στα καθημερινά αλλά και στα πιο ουσιώδη. Στη διατροφή, όπου διαπρέπουμε στην παχυσαρκία και στο fast food, ενώ έχουμε την ευλογία να ζούμε μέσα στο λίκνο της Μεσογειακής διατροφής. Στην εργασία, όπου ο ιδιωτικός τομέας στενάζει στην κυριολεξία, όταν ο δημόσιος τομέας εργάζεται όσο περίπου εργαζόταν πάντα. Στην πολιτική, όπου οι προδότες του σήμερα ήταν οι πατριώτες του χθες και το αντίστροφο. Στον τρόπο ζωής, όπου η ανηθικότητα του παρελθόντος έγινε η ηθική του παρόντος, οι σωτήρες (ή οι Σωτήρηδες) του χθες οι δήμιοι του σήμερα και η ανυπακοή αλλάζει ρούχα με τη δουλοπρέπεια. Μετέωροι και ωραίοι, ανάμεσα στο καλό και το κακό, το χάος και το άπειρο, τη συντήρηση και τον σουρεαλισμό, όπως και να ονομάσει κάποιος την κατάσταση, έτσι είναι εδώ και τουλάχιστον 200 χρόνια, δηλαδή από την Επανάσταση και δώθε.
Και ύστερα ήρθαν τα social media, η χωρίς κανόνες και μέτρο ελευθερία του λόγου και η αυτοέκφραση του «ποστάρω άρα υπάρχω». Αυτή η μοναδική ευκαιρία να ανακαλύπτεις ότι και υπάρχουν και άλλοι ημιμαθείς, που πιστεύουν στις ίδιες θεωρίες συνωμοσίας, που έχουν κάποιο γνωστό που ξέρει τα πράγματα από μέσα και που διακρίνονται για συνεχή μανιοκαταθλιπτικά παραληρήματα, από την εθνικιστική έξαρση στην αυτοταπείνωση, από την απαξίωση της Ε.Ε. στην ευρωλιγούρα, από την αποθέωση στη μομφή. Μέση κατάσταση δεν υπάρχει. Από τη μία πλευρά οι μεν, από την άλλη οι δε ή οι δεν -οι αρνητές. Δίπολα που ορθώνονται πάνω σε ένα έτσι κι αλλιώς ιστορικά αντιφατικό και γεμάτο αντινομίες υπόστρωμα το οποίο τρέφεται από τη δήθεν συμμετοχή στο ψηφιακό πανηγύρι του «αυτή είναι η άποψη μου, δεν κατάλαβα απαγορεύεται;». Το αποτέλεσμα, μια κρίση ταυτότητας online και real time, ένας διχασμός που τροφοδοτείται από την καταπληκτική δυνατότητα να λέει ο οποιοσδήποτε το οτιδήποτε αλλά και από τους αλγόριθμους των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που ως δια μαγείας σου προσφέρουν την ευκαιρία να αλληλεπιδράσεις με ανθρώπους που σκέφτονται ακριβώς σαν εσένα και ψάχνουν επιβεβαίωση στις θεωρίες τους. Σε κάθε επίπεδο: ταξικό (έχοντες εναντίον νεόπτωχων), πολιτικό (Αριστερά εναντίον Δεξιάς) πολιτιστικό (έντεχνο – λαϊκότροπο), αισθητικό, θρησκευτικό (ορθόδοξη θεοκρατία – σκληροπυρηνική αθεΐα), καταναλωτικό, αθλητικό, εσχάτως και διατροφικό (vegan εναντίον παμφάγων). Παντογνώστες, έτοιμοι πάντοτε να αναιρέσουν τον ίδιο τους τον εαυτό, ίσως γιατί έχουν περισσότερους από έναν, να επιτεθούν, να διαπομπεύσουν. Η Σάρα, η Μάρα και το κακό συναπάντημα στα social media, ο σχολιασμός σε ειδησεογραφικά sites από τρολς και κομματικούς εγκάθετους, η γενικευμένη παράνοια των απλών ανθρώπων που πιστεύουν π.χ. στην ύπαρξη ανθρώπων-ερπετοειδών, στην επίπεδη Γη, στη μη ύπαρξη του κορωνοϊού, στους ψεκασμούς, στο χιόνι που δεν λιώνει, στα 600 δισ. κάποιου τυχοδιώκτη και σε τόσα άλλα, έχουν δημιουργήσει μια αφόρητη, διχαστική κατάσταση η οποία δηλητηριάζει, αποσταθεροποιεί και ροκανίζει όποια ευφυία έχει καλλιεργηθεί από ένα έτσι κι αλλιώς ελλειμματικό σύστημα παιδείας.