Πριν ανέβει στο Ηρώδειο για να τιμήσει τον αγαπημένο του φίλο, Γιάννη Σπάθα (1950 – 2019), ο ξεχωριστός ερμηνευτής μιλάει για τον κορυφαίο κιθαρίστα, για όσα ζούμε, αλλά και όσα θα απολαύσουμε σε λίγες μέρες κάτω από την Ακρόπολη.
Ο Βασίλης Λέκκας είναι ένας σπάνιος ερμηνευτής που ποτέ δεν πρόδωσε τις αξίες του και που κατάφερνε πάντα να ανακαλύπτει τον εαυτό του, κινούμενος με άνεση αλλά και τόλμη ανάμεσα στον εστέτ Μάνο Χατζιδάκι (πολλοί θεωρούν τη δική του ερμηνεία σε εμβληματικά κομμάτια όπως ο «Κεμάλ» ως την καλύτερη), τον επικό Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και τον ονειρικό και μεγαλύτερο κιθαρίστα της Ελλάδας Γιάννη Σπάθα. Έναν μουσικό με διεθνή ακτινοβολία και παγκόσμια αξία στην οποία υποκλίθηκαν καλλιτέχνες όπως ο Lemmy Kilmister των Motorhead, οι Yes και πολλοί άλλοι, και που ενώ του προσφέρθηκαν συμβόλαια από κορυφαίες πολυεθνικές δισκογραφικές, όπως Virgin, Warner, αυτός τα αρνήθηκε.
Στην επερχόμενη συναυλία την Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου, ο Βασίλης Λέκκας θα τραγουδήσει στο πρώτο μέρος, παρουσιάζοντας κομμάτια από τους τρεις προσωπικούς του δίσκους, τη μουσική των οποίων έγραψε ο Σπάθας, τα «Σύντομα Όνειρα» (1989), τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα» (1992) και τον «Σπινθήρα» (2007), αλλά και ανέκδοτο υλικό. Στο δεύτερο μέρος, ο γιος του Γιάννη, Νίκος, με ροκ μπάντα στην οποία θα συμμετέχουν και μέλη της τελευταίας σύνθεσης των θρυλικών «Socrates Drank the Conium», θα αναβιώσουν τη μυθική ατμόσφαιρα των live του συγκροτήματος.
Με αφορμή, λοιπόν, αυτή τη συναυλία – φόρο τιμής στον Γιάννη Σπάθα, είχαμε με τον Βασίλη Λέκκα μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα.
Με ποια συναισθήματα θα εμφανιστείτε στη συναυλία και πόσο έντονο είναι το προσωπικό στοιχείο σε αυτή, μιας και ο εκλιπών ήταν στενός σας φίλος, πέρα από κορυφαίος μουσικός; Έχετε άγχος;
«Το όλο θέμα το αισθάνομαι ως οικογενειακή υπόθεση. Στη συναυλία αυτή πάμε στο δικό μας ραντεβού, μαζί με τον Νίκο Σπάθα, τον γιο του Γιάννη. Αισθάνομαι παντού την παρουσία του Γιάννη. Δεν έχω άγχος, είμαι ήσυχος».
Ποια ήταν εκείνα τα στοιχεία που έκαναν τον Γιάννη Σπάθα ξεχωριστό και τι ήταν αυτό που τον έκανε να αποφεύγει τα φώτα της δημοσιότητας;
«Δεν αντιλαμβανόταν τους άλλους τρόπους επικοινωνίας εκτός από το να ανεβαίνει στη σκηνή και εκεί να μιλάει στο κοινό με την πιο ειλικρινή γλώσσα, τη γλώσσα της μουσικής. Αυτή είναι η κουλτούρα των Socrates…».
Οι δύο πρώτοι δίσκοι που κάνατε μαζί και με τον στιχουργό Ευγένιο Αρανίτση (Σύντομα Όνειρα, Κλασικά Εικονογραφημένα) περιείχαν τραγούδια απόκοσμης γοητείας και εξωτισμού θα τολμούσα να πω, μικρές ονειρικές ιστορίες για ένα ευαίσθητο και ίσως εσωστρεφές κοινό. Μιλήστε μας λίγο για εκείνη την καλλιτεχνική συνάντηση.
«Ο Αρανίτσης εμφάνισε και τόνισε ιδιαίτερα αυτά τα στοιχεία μέσα από την στιχουργική του γραφή. Ήταν και η πρώτη του φορά που έμπαινε στον χώρο του τραγουδιού και συναντούσε το μουσικό σύμπαν του Σπάθα, ενώ εγώ έκανα ελεύθερη πτήση σε όνειρα, μύθους και ταξίδια του νου».
Διαβάστε επίσης
Ο Βασίλης Λέκκας τραγουδάει Γιάννη Σπάθα στο Ηρώδειο
Στον τρίτο του δίσκο, τον «Σπινθήρα», εκεί ίσως αντιληφθήκαμε ότι μία από τις αρετές που είχε ο Σπάθας ήταν αυτής της «σύνθεσης». Μπορούσε να γράψει γνήσια λαϊκά που ακούγονταν σαν μπλουζ. Τι πίστευε για τα μουσικά είδη και για το πώς επικοινωνούν αυτά μεταξύ τους;
«Ξεκινώ από το δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας. Γνωρίζουμε όλοι οι μουσικοί ότι η λαϊκή μουσική του κάθε τόπου υπάρχει για να εκφράσει τους ίδιους λόγους και ανάγκες. Ο τρόπος κατανόησης για να ξεπεραστεί το θέμα της γλώσσας, γίνεται με τη μουσική γραφή που αποκωδικοποιεί αυτούς τους λογούς που περιέχουν κοινωνικά, υπαρξιακά, πολιτικά, ερωτικά και άλλα θέματα, τα οποία αποκαλύπτονται μέσα από αυτό τον τρόπο μουσικής έκφρασης. Έτσι, πιστεύω ότι για τον Γιάννη αυτό ήταν εύκολο να το εκφράσει μέσα από τη διορατική και μουσική του ιδιοφυία. Στον «Σπινθήρα» πάει και ένα βήμα παραπάνω παντρεύοντας συνθετικά τις διαφορετικές νότες που χαρακτηρίζουν κόσμους και έτσι έχουμε αυτόν τον συνθετικό πλούτο».
Και εσείς, όμως, είστε ένας καλλιτέχνης που μπορείτε και περνάτε από είδος σε είδος. Ο «χατζιδακικός», ο «θεοδωρακικός» ο «λαϊκός», ο «έντεχνος». Τι είναι εκείνο που τα ενώνει όλα αυτά;
«Η ιστορική διαδρομή αυτού του τόπου, που στην περίπτωση μου τροφοδότησε την ερμηνεία μου και συνεχίζει να το κάνει. Τα πρόσωπα και τα μουσικά ρεύματα που αναφέρετε, θεωρώ πως για να εκφράσεις τον κόσμο τους ως ερμηνευτής, πέρα από το βίωμα (εδώ κάνω μια παρένθεση και λέω ότι πρόκειται για παγίδα αν στηριχθείς μόνο σε αυτό) χρειάζεται και μια μελέτη των εκάστοτε κοινωνικών συνθηκών για να ενισχυθεί και να εμπλουτιστεί η ερμηνεία. Με αυτό τον τρόπο διατηρούμε ζωντανή τη μουσική μας και ιστορική μας ταυτότητα».
Ως βαθιά πολιτικοποιημένος που είστε, πώς βλέπετε την κατάσταση στην Ελλάδα, αλλά και στον κόσμο σήμερα; Τι σας ανησυχεί και τι σας κάνει να αισιοδοξείτε;
«Μου προκαλεί τεράστια ανησυχία και για το άμεσο μέλλον, το παγκόσμιο ταξικό ζήτημα που παραμένει χαοτικό σε όλο τον κόσμο. Δεν γίνεται πραγματική προσπάθεια να μικρύνει η ψαλίδα και έτσι από γενιά σε γενιά το θέμα διογκώνεται. Για την οικονομία του λόγου θα έλεγα ότι πιστεύω πως η ανθρωπότητα θα αργήσει να βρει τον βηματισμό της, αν τον βρει ποτέ. Θα μιλούσα για αισιοδοξία αν γινόταν πρώτη προτεραιότητα των λαών, κυρίως, να ανατραπεί αυτή η βαρβαρότητα -διότι περί βαρβαρότητάς πρόκειται. Αν όλα αυτά τα περί πολέμου, προσφυγιάς, φτώχιας και εξαθλίωσης δεν ανατραπούν, τα οποία έχουν κοινή αφετηρία το ταξικό, επαναλαμβάνω, ζήτημα. Θα ενίσχυα την αισιοδοξία μου, αν το μοναδικό εργαλείο που έχει στα χεριά της η ανθρωπότητα για να δώσει λύση, είναι και παραμένει η ύπαρξη και η απρόσκοπτη λειτουργία της δικαιοσύνης».
Οι νέοι μουσικοί, οι καινούριοι καλλιτέχνες γενικότερα, θεωρείτε ότι είναι περισσότερο ή λιγότερο ανατρεπτικοί από προηγούμενες δεκαετίες;
«Τις εξαιρέσεις τις συναντάμε σε όλες τις εποχές. Πάντως αν μιλάμε για ιστορικές ανατροπές τις εντοπίζω κυρίως στο παρελθόν. Σήμερα θα έλεγα ότι η ανατροπή λειτουργεί περισσότερο ως σχήμα λόγου».
Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο ερμηνευτή που θέλει να κάνει μια ποιοτική καριέρα; Σε τι να πει «ναι» και σε τι «όχι».
«Με την άδειά σας, ”ποιοτική” και ”καριέρα” είναι δύο λέξεις που θα ήθελα να τις αφαιρέσω από την ερώτηση σας. Ωστόσο η απάντησή μου είναι ο νέος να εντοπίσει τους ποιοτικούς που βαδίζουν ζωντανοί στα χνάρια της ιστορίας, προεξοφλώντας έτσι μια εσωτερική ”καριέρα”, εννοώ πορεία, που καθρεφτίζει την ταυτότητα του και που είναι και το τελικό ζητούμενο».
Ακολουθήστε το zeitgeist.gr στο facebook για να ενημερώνεστε πρώτοι για τα νέα θέματα και να στηρίξετε την ποιοτική δημοσιογραφία, πατώντας like στο facebook banner που βλέπετε κάτω ή πάνω δεξιά.