Ο Νίκος Σαργκάνης, που έφυγε από την ζωή σε ηλικία 70 ετών χτυπημένος από το καρκίνο, υπήρξε ο μεγαλύτερος τερματοφύλακας όλων των εποχών στο ελληνικό ποδόσφαιρο, αλλά κι ένας μάρτυρας μιας θεοσκότεινης εποχής του…
Ήταν η εποχή που το χρήμα έπαψε να είναι αήττητο στο ποδόσφαιρο. Η εποχή Κοσκωτά, που τόσα δεινά συσσώρευσε στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου, στον Ολυμπιακό και στο ποδόσφαιρο γενικότερα.
Ο Γιώργος Κοσκωτάς, ως ιδιοκτήτης της Τράπεζας Κρήτης αγόραζε ό,τι κυκλοφορούσε στο ποδόσφαιρο κι όχι μόνο, απέτυχε να δελεάσει το Νίκο Σαργκάνη με 170 εκατομμύρια δραχμές, ώστε να έχει μειωμένη απόδοση στον τελικό του κυπέλλου του 1988 κόντρα στον Παναθηναϊκό. Η δε ατάκα του Σαργκάνη απευθυνόμενος προς τον Γιώργο Βαρδινογιάννη, «πρόεδρε τους τα έβαλα στον κ@@λο» έμεινε στα πιο φαύλα κιτάπια της ιστορίας του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Σαργκάνης αρνήθηκε ένα ποσό που θα μπορούσε να εξασφαλίσει ανέμελη ζωή και στα τρισέγγονά του.
Ο τερματοφύλακας -«Φάντομ» όπως τον αποκάλεσαν μετά εκείνη την αμίμητη εμφάνιση με τη Δανία στην Κοπεγχάγη το 1982- όπου η εθνική νίκησε 1-0 με γκολ του Κούη και τις εξωπραγματικές αποκρούσεις του Σαργκάνη – σ’ κείνον τον τελικό του ΟΑΚΑ όχι μόνο έπιασε δυο πέναλτι (Φούνες, Χατζίδης), αλλά σκόραρε κιόλας. Ο τελικός τελείωσε 2-2, έτσι για την ιστορία, αλλά η ιστορία δεν είχε τελειώσει μαζί του. Πολλοί δημοσιογράφοι, αφοσιωμένοι στον Κοσκωτά, κατηγόρησαν τον Σαργκάνη για άσχετα πράγματα. Όπως γιατί εγκατέλειψε τον Ολυμπιακό μετά από πέντε χρόνια και μετακόμισε στον Παναθηναϊκό. Ο Σαργκάνης τους χαρακτήρισε «της μακαρονάδας». Σχεδόν όλοι έχουν φύγει από την ζωή. Εκεί πάνω μπορούν να δοθούν εξηγήσεις. Ο, δε, Γιώργος Κοσκωτάς δεν μίλησε ποτέ για όσα είπε ο Σαργκάνης, ούτε τότε ούτε στην φυλακή ούτε όταν αποφυλακίστηκε.
Ο Σαργκάνης άρχισε να γράφει ιστορία με την φανέλα της Καστοριάς, όταν το 1979 στο παλιό Καραϊσκάκη είχε αποκρούσει δυο πέναλτι των Περόνε και Ρόρμπαχ και το τρίτο ο Λεμονής το έστειλε στο δοκάρι! Η Καστοριά είχε πάρει ισοπαλία 0-0 και ο Ολυμπιακός την ίδια χρονιά τον Σαργκάνη. Σ’ κείνο το παιχνίδι, όπως (μου) εκμυστηρεύτηκε πολλά χρόνια μετά ο τότε διαιτητής του αγώνα, μακαρίτης Λεωνίδας Παναγόπουλος, είχε σοκαριστεί από τις απίθανες αποκρούσεις του Σαργκάνη. Και προέτρεπε τον Λεμονή να… πέσει στην περιοχή για να δώσει ένα, ακόμη, πέναλτι.
Ο Νίκος Σαργκάνης, όπως και κάθε μεγάλος ποδοσφαιριστής της εποχής εκείνης, υπήρξε εξαιρετικά άτυχος, γιατί τω καιρώ εκείνω δεν υπήρχε internet. Αν είχε ανακαλυφθεί, ο Σαργκάνης θα έπαιζε στη Ρεάλ Μαδρίτης, την Μπαρτσελόνα, την Γιουβέντους, όπου ήθελε. Μεγάλος τερματοφύλακας. Ήταν από τους μετρημένους στα δάκτυλα του ενός χεριού που στα κόρνερ και τις στημένες φάσεις έβγαινε για να μαζέψει την μπάλα και δεν έμενε καρφωμένος στην εστία του. Είχε ως πρότυπο τον Παναγιώτη Κελεσίδη του Ολυμπιακού σ’ αυτό. Φόβος και τρόμος των αντιπάλων επιτιθέμενων αν έβγαινε ο Κελεσίδης και ο Σαργκάνης να μπλοκάρουν την μπάλα. Τον Σαργκάνη βοήθησε πολύ ο Κελεσίδης, αλλά κι ο Σαργκάνης ανταπέδωσε αρκετά χρόνια μετά. Ήταν και μεγάλη καρδιά και καλός Σαμαρείτης. Κι όχι μόνο για τον Κελεσίδη.
Ο Σαργκάνης έφυγε, αλλά η από τότε που σταμάτησε την μπάλα, Ελληνίδα μάνα δεν ξαναγέννησε τέτοιον τερματοφύλακα. Πολλούς καλούς, αλλά κανέναν Νίκο Σαργκάνη…