Στα 70 του πλέον, ο καλλιτέχνης που εφηύρε το βουκολικό ροκ, έκανε το parody επιστήμη και περιέγραψε τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα με χειρουργική ακρίβεια, παραμένει ένας άνθρωπος που βλέπει πιο μακριά από όσο φτάνει το βλέμμα του.
Όταν ήμουν παιδί μού άρεσε να περνώ πολλές ώρες στο φορτηγό του πατέρα μου, παριστάνοντας τον μεγάλο οδηγό. Κατά την διάρκεια της διαδρομής έβαζα μουσική. Συνήθως, ήταν η ίδια κασέτα, η οποία περιείχε επιτυχίες από καλλιτέχνες της εποχής, όπως Νταλάρα, Αδελφούς Κατσιμίχα και Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Ανάμεσά τους και ο Γιάννης Μηλιώκας. Έτσι έτυχε να πρωτακούσω τα τραγούδια του. «Για το καλό μου», «Μπαμπά μην τρέχεις», οι θρυλικές «βουβάλες». Τραγούδια που έμειναν ζωντανά στο πέρασμα του χρόνου και που ακούγονται συχνά από τα καλά ραδιόφωνα, ακόμα και μετά από 35 χρόνια. Αυτή ήταν η αφορμή για τη συνέντευξη. Η αιτία είναι πάντα ο αιρετικός και πηγαίος λόγος του Γιάννη Μηλιώκα.Καλησπέρα Γιάννη, μπορούμε να μιλάμε στον ενικό;
Είναι τιμή μου να μου μιλάνε στον ενικό.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Κώστα Ζουράρι, ο πληθυντικός ευγενείας είναι φράγκικο στοιχείο. Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε πληθυντικός στους διαλόγους…
Πάντως εγώ έχω ανακαλύψει τον «πληθυντικό αγενείας».
Τι εννοείς;
“Θα φτιάξουμε την πρίζα;” Τι πάει να πει «θα φτιάξουμε»; Αφού εσύ δεν ξέρεις να την φτιάχνεις. Εγώ ξέρω [γέλια]. Επίσης, υπάρχει και ο «ενικός ευγενείας». Σε πρώτο ενικό αναλαμβάνω να κάνω κάτι συγκεκριμένο και το κάνω.
Δηλαδή, με τον ενικό αναλαμβάνει ο καθένας την ευθύνη του. Κάτι που δεν κάνουμε;
Δεν μπορώ να πω πώς έχω πολύ εμπιστοσύνη στον λόγο, πάντως. Οι επιστήμονες λένε ότι, αν παρομοιάσουμε την ζωή του ανθρώπου με ένα εικοσιτετράωρο, έχει ζήσει 23 ώρες 59 λεπτά και 59 δευτερόλεπτα με το ένστικτό του και, μόλις ένα δευτερόλεπτο είναι που έχει αρχίσει να χρησιμοποιεί τη λογική, τον λόγο δηλαδή. Είναι καλύτερα να δίνουμε σημασία στο σώμα.
Πως βιώνεις τις σημερινές δύσκολες, από κάθε πλευρά, καταστάσεις;
Για μένα, αυτή η παύση ήταν δώρο Θεού. Πάντα, ένοιωθα την ανάγκη να καταλάβουν όλοι πόσο πολύτιμο είναι το αυτονόητο, όπως η ατομική ελευθερία. Κάποτε είχαμε εκατό χαρές γύρω μας που αφού τις χρησιμοποιούσαμε, στη συνέχεια τις ακυρώναμε και κοιτούσαμε τον ορίζοντα με απελπισία. Κατανοώ κάποιον που ψάχνεται σήμερα, λόγω των συνθηκών. Όμως εκείνα τα χρόνια, γιατί; Υπήρχε αχαριστία. Ο άνθρωπος, για να καταλάβει αν ένα πράγμα είναι αυτό που πραγματικά χρειάζεται, θα πρέπει να το στερηθεί. Μέσα από τη στέρηση που βιώνουμε σήμερα, πήραμε μεγάλο μάθημα, σε παγκόσμια κλίμακα, κάτι που προσωπικά το είχα πάρει 20 – 30 χρόνια νωρίτερα. Από τότε ζούσα εκτιμώντας και σεβόμενος τα απλά πράγματα. Η στέρηση οδήγησε σε μια επανεκτίμηση πολλών πραγμάτων που θεωρούσαμε αυτονόητα. Είχαμε πράγματα που μπορούσαμε να χαρούμε, αλλά θέλαμε να αγοράσουμε κι άλλα. Το παρακάναμε. Αυτό που ζει σήμερα ο κόσμος, ήταν η δική μου καθημερινότητα.
Και στον οικονομικό τομέα, τι γίνεται;
Ζούμε, κατά κάποιον τρόπο, έναν τρίτο παγκόσμιο για φλώρους. Έναν πόλεμο που δεν γίνεται με όπλα, αλλά με Α.Φ.Μ. Σε έναν πόλεμο ο πολιτισμός είναι μονόδρομος. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι μετά από 5.000 ή 5.000.000 χρόνια -ανάλογα με το πόσο απαισιόδοξος είναι αυτός που διαβάζει αυτά τα λόγια- δεν θα υπάρχουν άνθρωποι αντίστοιχοι με το ζεύγος Κιουρί, με τον Γκράχαμ Μπελ ή τον Πυθαγόρα και οι οποίοι θα έχουν την αίσθηση του χρέους.
Τι απόχρωση δίνεις στην έννοια του χρέους; Κάτι το οποίο μας αφορά όλους θέλοντας και μη για παράδειγμα;
Αν παρατηρήσεις τα μάτια των παιδιών, θα δεις ότι ζούμε στον παράδεισο. Δες πώς θαυμάζουν μια πεταλούδα, ένα λουλούδι, τη θάλασσα. Αν αφήσουμε ελεύθερα τα παιδιά να εκφράσουν τον θαυμασμό για τον κόσμο τους, αμέσως μετά έρχεται η αίσθηση του τι χρωστάω. Δηλαδή να μάθουν ότι κάτι πρέπει να προσθέσουν και αυτά στον πολιτισμό. Θα δημιουργηθεί, λοιπόν, μια νέα κάστα ανθρώπων που θα έχουν την πνευματική διαύγεια ή ικανότητα για να εμπνευστούν και να προσφέρουν νέες ιδέες, αλλά δεν θα περνάνε από το ταμείο. Θέλω να πω ότι κάποια στιγμή θα καταργηθεί το παιχνίδι του χρήματος και δεν θα μισιόμαστε ή αλληλοθαυμαζόμαστε ανάλογα με το πόσα έχεις, αλλά με το τι κάνεις, τι προσφέρεις. Αυτό για μένα είναι το χρέος.
Οι κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας πώς σε άλλαξαν, αν σε άλλαξαν φυσικά;
Θα ήμουν, τουλάχιστον, ανόητος αν παρόλο που έγραψα αυτά τα τραγούδια πριν από 25 χρόνια, έπεφτα στα λάθη για τα οποία έγραψα. Σημείωσα μια φράση του Νίτσε: «Αποστασιοποιήσου από το υπ’ αριθμόν ένα ενδιαφέρον των περισσοτέρων ανθρώπων». Εκείνη την ημέρα που διάβασα αυτή την φράση διαπίστωσα ότι το υπ’ αριθμόν ένα ενδιαφέρον του κόσμου ήταν τα χρήματα. Έκανα μεταβολή κι έφυγα. Προσπάθησαν λυσσαλέα να με κάνουν πλούσιο και δεν τα κατάφεραν. Τώρα καταλαβαίνεις πόση ελευθερία έχει ένας άνθρωπος που δεν έχει δανειστεί, δεν έχει ανοιχτεί οικονομικά και δεν έχει διασκεδάσει με ξανθιές στο Μπαλί.
Οπότε έζησες με λιγότερα, από ό,τι καταλαβαίνω. Έζησε και καλύτερα όμως;
Για μένα ο χρόνος είναι κάτι πολύ πιο πολύτιμο από το χρήμα. Αν σου πάρουν τον χρόνο, σου παίρνουν την ζωή. Επίσης, είχα διαβάσει ένα άρθρο παλιότερα που έλεγε ότι δεν μπορούμε να κατασκευάσουμε έναν άνθρωπο από την αρχή. Αν όμως μπορούσαμε, το κόστος σε υλικά και εργατικά θα ήτανε τέτοιο που αν το βάζαμε σε τραπεζικό λογαριασμό, θα παίρναμε 600.000 ευρώ την ημέρα από τόκους. Δηλαδή ο σημερινός άνθρωπος χάνει 600.000 ευρώ την ημέρα όταν δεν κάνει εκείνο που πραγματικά θέλει. Και μέσα στην χασούρα των 600.000 ευρώ ημερησίως, ο άλλος βαυκαλίζεται ότι καταφέρνει να βγάλει 1.000 ευρώ τον μήνα.
Και τι ρόλο παίζει η αισθητική μέσα σε όλα αυτά;
Η αισθητική δεν είναι τίποτα άλλο από το να εκπέμπεις τα συναισθήματά σου. Το πρόβλημα ξεκινάει όταν δεν είναι αληθινά αυτά που εκπέμπουμε και προσπαθούμε απλά να δημιουργήσουμε εντυπώσεις. Εκεί είναι που μπαίνουν στο μυαλό μας αρνητικά σχέδια, δηλαδή φροντίζουμε το εγώ μας και καταργούμε το εμείς. Εκεί χάνονται οι ισορροπίες -ψυχική και πνευματική- και μετά καταρρέει το σώμα.
Τραγούδια που έγραψες πριν από περίπου τριάντα χρόνια παραμένουν επίκαιρα. Τελικά, μας είπανε «μαλάκες», αναμφίβολα και ίσως μας έκαναν και καλά. Ήσουν προφητικός.
Δυστυχώς. Εγώ, πάντως, το είπα με πολύ εύπεπτο και κατανοητό τρόπο για να μπει σε όλα τα στόματα. Δεν είναι από εκείνα που ονομάζω «κυριακάτικα» τραγούδια, δηλαδή που κάθεσαι με γραβάτα και γράφεις ξεχνώντας την καθομιλουμένη και το τι γίνεται έξω στον κόσμο. Άντεχα από πολύ μικρός να μου πούνε «αυτό που κάνεις δεν μου αρέσει». Δεν άντεχα όμως να μου πούνε «Δεν το κατάλαβα τι εννοούσες». Νομίζω το κατάφερα κάπως.
Ναι, πράγματι τα κατάφερες, όπως εδώ λ.χ. που μέσα σε ελάχιστες λέξεις συμπύκνωσες τη νεοελληνική υποκουλτούρα των 80s. Ας το ακούσουμε.
https://www.youtube.com/watch?v=2aD9e8ZxI_8