Μύθος ή αλήθεια; Η κατοικία της μεγάλης πιανίστριας Τζίνας Μπαχάουερ έχει συνδεθεί με παραφυσικά φαινόμενα. Λογικά κάποια εξήγηση θα υπάρχει, ακόμη και αν αυτή εντοπίζεται στο υπερπέραν…
Στο Χαλάνδρι, στη διασταύρωση των οδών Προφήτη Ηλία και Μάρκου Μπότσαρη μια παλιά μονοκατοικία έχει παραδοθεί στη φθορά του χρόνου, κρυμμένη στην πυκνή βλάστηση. Τριγύρω, οι μοντέρνες πολυκατοικίες που υψώνονται δεν μπορούν να επισκιάσουν το παλιό αρχοντικό που από καιρό έχουν λεηλατήσει οι εισβολείς, αφήνοντάς το γυμνό και ερειπωμένο. Παρατημένο σε μια μοίρα που μοιάζει κοινή για τα σπίτια στα οποία έζησαν μεγάλες προσωπικότητες, μοιάζει να περιμένει καρτερικά να σβηστεί από τη συλλογική μνήμη για πάντα. Σε αυτό το σπίτι, το τυλιγμένο από τις κληματσίδες και τις φυλλωσιές, με τα καρφωμένα παραθυρόφυλλα και τα ραγισμένα κεραμίδια, έζησε η μεγάλη πιανίστα Τζίνα Μπαχάουερ και είναι το σπίτι όπου πέθανε τελικά τον Αύγουστο του 1976 λίγο πριν από ένα κονσέρτο στο Ηρώδειο, προδομένη από την καρδιά της.
Η Τζίνα Μπαχάουερ γεννήθηκε το 1910 (ή το 1913) την Αθήνα, από Αυστριακό πατέρα και Ιταλίδα μητέρα και ασχολήθηκε με το πιάνο από τα παιδικά της χρόνια. Έδωσε το πρώτο της ρεσιτάλ σε ηλικία μόλις 8 ετών και ξεκίνησε τις σπουδές της στην Αθήνα, κερδίζοντας σημαντικές διακρίσεις στην πορεία της. Συνέχισε με σπουδές στο Παρίσι και έδωσε το πρώτο κονσέρτο με τη συνοδεία ορχήστρας όταν ήταν 20 ετών εντυπωσιάζοντας το κοινό. Ακολούθησε μια μεγάλη και λαμπερή πορεία που ξεκίνησε από το Λονδίνο, ως μαθητευόμενη του Σεργκέι Ραχμάνινοφ. Γνωστή κυρίως για τα ρομαντικά κονσέρτα για πιάνο, περιόδευσε σε Ευρώπη και Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ έδωσε εκατοντάδες συναυλίες για τα συμμαχικά στρατεύματα στη Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν τέτοια η επιρροή της, που κατά τη διάρκεια της καριέρας της την αποκαλούσαν «βασίλισσα των πιανιστών».
Το 1976 και ενώ ετοιμαζόταν να μεταβεί στο Ηρώδειο για ένα κονσέρτο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, άφησε την τελευταία της πνοή στο σπίτι της στο Χαλάνδρι, όπου την βρήκε ο σύζυγός της. Από τότε, αστικοί μύθοι, ανακατεμένοι με θρύλους και ψήγματα πραγματικών γεγονότων καλύπτουν ως μυστηριακό πέπλο τη μονοκατοικία όπου έζησε και πέθανε η μεγάλη πιανίστα: περίεργοι θόρυβοι, τριξίματα και χτυπήματα φτάνουν στα αυτιά των περαστικών, και ώρες ώρες, μελωδίες πιάνου ακούγονται από το λεηλατημένο σπίτι, πότε αχνά σα να τις φέρνει ο άνεμος από άλλο κόσμο και πότε λίγο πιο καθαρά, λες και κάποιος να λαχταρά το δυνατό χτύπημα των ασπρόμαυρων πλήκτρων. Κάποιες φορές, μια μαυροφορεμένη γυναίκα, τριγυρνά σαν αερικό έξω από το σπίτι, μα χάνεται από προσώπου γης ξαφνικά και ανεξήγητα. Άλλος θρύλος αναφέρει ότι το σπίτι έχει καταληφθεί από έναν δαίμονα που παγιδεύτηκε εκεί, μετά από επίκληση κάποιου που δεν κατάφερε να τον στείλει πίσω μετά το κάλεσμα.
Το μείγμα φόβου και δέους που προκαλούν οι θρύλοι, προσελκύουν πλήθος ανθρώπων που θέλουν να αναμετρηθούν με το παραφυσικό. Εξοπλισμένοι με όσο θάρρος κατάφεραν να αλιεύσουν από τα βάθη της ύπαρξής τους και χρησιμοποιώντας ηλεκτρονικά εργαλεία μέτρησης και καταγραφής, επιδιώκουν να αποτυπώσουν μια ξεκάθαρη επαφή με το απόκοσμο. Στα βίντεο που αναρτούν, δείχνουν μετρητές που τα λαμπάκια τους αναβοσβήνουν σαν τρελά, αισθητήρες που ενεργοποιούνται χωρίς λόγο, μηχανήματα που σταματούν ξαφνικά να λειτουργούν και παράλληλα περιγράφουν τα σκιρτήματα φόβου και την αίσθηση κάποιας μη ορατής παρουσίας.
Το σπίτι είχε κληροδοτήσει η Τζίνα Μπαχάουερ στο Ωδείο Αθηνών με σκοπό να γίνει κέντρο εκπαίδευσης νέων μουσικών. Στην πορεία και μετά από χρόνια συζητήσεων μεταβιβάστηκε στον Δήμο Χαλανδρίου για να μετατραπεί σε κέντρο πολιτισμού, ωστόσο εγκαταλείφθηκε στη λήθη. Όμως, η παρουσία του εξακολουθεί να προκαλεί μια υποψία ανατριχίλας στους περαστικούς και τους γύρω κατοίκους που περιδιαβαίνουν με το «Ιησούς Χριστός νικά» στα χείλη κάνοντας ταυτόχρονα το σταυρό τους, ιδιαίτερα όταν οι μέρες είναι σκοτεινιασμένες και οι ριπές του ανέμου κάνουν τα καρφωμένα παράθυρα να τρίζουν.