Φόρος τιμής στην ανατρεπτική σχεδιάστρια Μόδας που συνδέθηκε, αγάπησε και ανέδειξε το punk χωρίς ποτέ η ίδια να προσηλυτιστεί σε αυτό, και η οποία έφυγε από τη ζωή στις 29 Δεκεμβρίου.
Πολλές γυναίκες έχουν διεκδικήσει τα τελευταία 45 χρόνια τον χαρακτηρισμό «ιέρεια του punk» και δεν είναι λίγες εκείνες που πράγματι τον αξίζουν. Μια από αυτές, η Vivienne Westwood, η Βρεττανή σχεδιάστρια μόδας που αποθέωσε το πανκ κρατώντας όμως αποστάσεις τόσο από το στυλ όσο κι από τη μουσική του, έφυγε πριν μερικές ημέρες στα 81 της, 12 χρόνια μετά τον πρώην σύζυγό της, πατέρα του παιδιού της και συνεργάτη της πίσω στη δεκαετία του 1970, τον φοβερό Malcolm McLaren ο οποίος αν ζούσε σήμερα θα ήταν 76 ετών.
Ο Dick Hebdige ο οποίος έγραψε μια από τις πρώτες αναλύσεις για το στυλ του πανκ στο κλασικό πλέον βιβλίο του «Subculture: The meaning of Style» (1979) τοποθετεί την πρώτη σύνδεση του πανκ με τη Μόδα στον Σεπτέμβριο του 1977, όταν η σχεδιάστρια Zandra Rhodes (1940) παρουσίασε «μια κολεξιόν που περιλάμβανε παραμάνες με πετράδια και κολλητά σατέν παντελόνια». Η βιομηχανία της Μόδας η οποία, στην Αγγλία τουλάχιστον, είχε πάντα στραμμένες τις κεραίες της προς τη μουσική κουλτούρα που παρήγαγαν οι νεανικοί υποπολιτισμοί, αρπάχτηκε από το πανκ.
Στο βιβλίο του «One Chord Wonders- Λόγος και σημασία στο πανκ ροκ» (1985), ένα από τα πρώτα που επιχείρησαν και κατάφεραν να δουν το πανκ στην ολότητά του, ο Βρετανός δημοσιογράφος Dave Laing υποστηρίζει ότι το πανκ στυλ αυτό καθαυτό ξεπήδησε από ένα πλαίσιο «εμπορίου ρούχων», το κατάστημα ενδυμάτων του McLaren και της Westwood, που άλλοτε ονομαζόταν Let It Rock και άλλοτε Sex, και «ισορροπούσε ανάμεσα στην μόδα και μια πολιτικά κινούμενη επιθυμία να σοκάρει και να προκαλέσει». Σύμφωνα με τον Dave Laing, «η πρόσμειξη στοιχείων από διάφορες πηγές σε ένα αναγνωρίσιμο πανκ στυλ εμφανίστηκε αρχικά στον περίγυρο των Sex Pistols, ο οποίος είχε ήδη διαποτιστεί από τη συνείδηση της Μόδας μέσω του καταστήματος του McLaren στο οποίο είχε για συνεταίρο τη σχεδιάστρια ρούχων Vivienne Westwood».
Ο Laing θεωρεί πως η αισθητική του πανκ διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό από στοιχεία εκτός μουσικής και συναυλιακών χώρων, καθώς το αξιακό σύστημα «Do It Yourself» που χαρακτήριζε σε μεγάλο βαθμό το (μουσικό) πανκ διαχύθηκε δημιουργικά στο ακροατήριο με αποτέλεσμα να υπερσκελιστεί ο ρόλος του παθητικού ακροατή- αυτός άλλωστε ήταν ο στόχος. Ήταν μια μουσική αλλά και αισθητική νίκη της βρετανικής εργατικής νεολαίας κι έφερε -αχνά έστω- τη δημιουργική σφραγίδα της 35χρονης τότε σχεδιάστριας.
Το τυπικό πανκ στυλ που προωθούσε εκείνο το διάστημα το επιχειρηματικό δίδυμο McLaren- Westwood περιλάμβανε φανταχτερές γραβάτες, γιλέκα και κόκκινα πουλόβερ ή ζιπούνια από μοχέρ μαλλί. Επίσης σκισμένα κοντομάνικα μπλουζάκια, κολλητά παντελόνια και στη συνέχεια παντελόνια με «λουριά», διακοσμητικά αξεσουάρ, βραχιόλια και ζώνες με πριτσίνια, αλυσίδες, παραμάνες, σταυρούς, περιλαίμια σκύλου κ.ά.
Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970, η Westwood προωθούσε αυτό που αποκαλούσε «συγκρουσιακό ντύσιμο» και σύμφωνα με τον Dick Hebdige, το ντύσιμο εκείνο ήταν μια ευκρινώς ορατή ρήξη ανάμεσα στα φυσικά και τα κατασκευασμένα συμφραζόμενα, ένα ντύσιμο στο οποίο το διεστραμμένο και το αφύσικο είχαν εγγενή αξία. Ντύσιμο που έφερνε στην καθημερινότητα των βρετανικών δρόμων μια σειρά από απαγορευμένες συνδηλώσεις. Δημιουργώντας λοιπόν για τους Sex Pistols αλλά και γενικότερα για τη σκηνή του πανκ που τότε διαμορφωνόταν, η Westwood υπηρέτησε ένα οπτικό στιλ το οποίο, όπως εξηγεί ο Hebdige «επικεντρώνει την προσοχή στην πράξη του μετασχηματισμού η οποία επιτελείται πάνω στο αντικείμενο» του ρούχου ή του αξεσουάρ.
Το 1979, μετά τη διάλυση των Sex Pistols τους οποίους μανατζάριζε ο McLaren και έντυνε η Westwood, ο πρώτος έφυγε για την Γαλλία αρκετά εκνευρισμένος με την (ατυχή) κατάληξη της μπάντας. Την περίοδο της απουσίας του στη Γαλλία, η Vivienne Westwood, αποφάσισε να συνεχίσει τις μελέτες της στο χώρο της αισθητικής και της Μόδας κι απελευθερωμένη ως ένα σημείο από την ασφυκτική παρουσία του συντρόφου της άρχισε να διαμορφώνει το στυλ που τη χαρακτήρισε τα επόμενα 40 χρόνια και το οποίο απείχε από αυτό που έχει ιστορικά καταγραφεί ως στυλ του πανκ. Με τη επιστροφή του από την Γαλλία, ο McLaren εντυπωσιασμένος από την καλλιτεχνική στροφή αλλά και την αισθητική πρόοδο της Westwood αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τη δουλειά της στα νέα μουσικά του project όπως οι Adam & the Ants και οι Bow Wow Wow.
Ο Simon Reynolds, συγγραφέας του ιστορικού βιβλίου «Rip it up and start again: Post punk 1978-1984», θεωρεί ότι η στροφή της Westwood από το συγκρουσιακό ντύσιμο της αρχικής περιόδου σε μια πιο mainstream εκδοχή συμπίπτει με την απόφαση του συντρόφου της, του Malcolm McLaren, να δημιουργήσει μια νέα υποκουλτούρα, μετά το αισθητικό πείραμα με τους Pistols, στηριγμένος πλέον σε ένα μείγμα μουσικής που θα διέφερε αισθητά από το πανκ. Αν κι αυτός δεν τα κατάφερε, διότι οι μπάντες που προμόταρε εκείνο το διάστημα δεν πήγαν πολύ μακριά, η νέα πρόταση της Westwood κατάφερε να επιζήσει του πανκ, του ποστ-πανκ, του νιου γουέιβ, της χορευτικής σκηνής και να φτάσει -με πολλές παραλλαγές και μεταμορφώσεις βέβαια- ως τις μέρες μας.
Το πανκ συνάντησε την υψηλή μόδα το 1977 για μια σύντομη αλλά φλογερή σχέση και στη συνέχεια, όταν και οι δύο αυτοί εραστές τράβηξαν ο καθένας τον δρόμο του, η σχέση αυτή συντηρήθηκε στις στολές των οπαδών που πανκ που συνέχισαν αμετανόητοι για τις αρχικές μουσικές κι αισθητικές επιλογές τους. Οι συνδηλώσεις διατήρησαν τον μάχιμο χαρακτήρα του πανκ, όμως τον είχαν απαλλάξει από τις ανοίκειες και σκανδαλώδεις πλευρές του. Ενώ, μετά το πανκ ροκ, η Westwood επέστρεψε στον σχεδιασμό ρούχων για να γίνει το enfant terrible της υψηλής ραπτικής. Όταν τη γνώρισαν δηλαδή και οι περισσότεροι.