Πρεμιέρα στις 19/1 για την πολυαναμενόμενη υπερπαραγωγή που εστιάζει στο Χόλιγουντ της δεκαετίας του 1920 και προβλέπεται να φτάσει ως τα Όσκαρ, σε σκηνοθεσία Ντάμιεν Σαζέλ (LA LA LAND, Χωρίς Μέτρο) και τους Μπραντ Πιτ και Μάργκοτ Ρόμπι να κρατούν πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Η Βαβυλώνα είναι μια σινεφίλ ταινία για τις ταινίες, ένα ταξίδι από τα ύψη της ακμής του Χόλυγουντ στα βάθη της διαφθοράς, μια Οδύσσεια στον χώρο του θεάματος και στο Λος Άντζελες. Το Χόλυγουντ τότε ήταν ένα πιο άγριο, ωμό, διαφορετικό και σίγουρα πιο απελευθερωμένο μέρος από όσο μπορεί κάποιος, συμβατικά, να φανταστεί. Πολλοί άνθρωποι μετανάστευσαν τότε εκεί από διάφορες πόλεις, από όλη την υφήλιο, στις ΗΠΑ, αναζητώντας το όνειρο. Είναι μια πόλη που αναπτύσσεται ραγδαία και αδηφάγα, για να φιλοξενήσει τη μάχη του βωβού με τον ομιλούντα κινηματογράφο.
Η «Βαβυλώνα» είναι μια επική όσο και τολμηρή ιστορία υπέρμετρης φιλοδοξίας και εξωφρενικής ακρότητας, που ακολουθεί την άνοδο και την πτώση πολλών χαρακτήρων, μέσα σε μια εποχή αχαλίνωτης παρακμής και διαφθοράς, τα πρώτα χρόνια του Χόλυγουντ. Μια μεγάλη παραγωγή και ένα καταπληκτικό καστ που διευθύνεται από έναν σκηνοθέτη που έχει αποδείξει ότι ξέρει να δημιουργεί μεγάλες ταινίες που μπορούν να αγγίξουν κάθε είδους κοινό και να αφηγηθεί ιστορίες που δεν ξεχνιούνται ούτε προσπερνιούνται εύκολα.
Για τον σεναριογράφο και σκηνοθέτη Σαζέλ, η ταινία είναι το αποτέλεσμα έρευνας 15 χρόνων: «Ήθελα να βάλω κάτω από το μικροσκόπιο τα πρώτα χρόνια μιας μορφής τέχνης και μιας βιομηχανίας, την εποχή που έψαχναν τα πατήματά τους», λέει ο Σαζέλ. «Μου άρεσε η ιδέα της παρατήρησης μιας κοινωνίας που αλλάζει. Το Χόλυγουντ πέρασε μια σειρά γρήγορων και κατακλυσμιαίων αλλαγών στη δεκαετία του ’20, και κάποιοι επιβίωσαν, πολλοί όμως, όχι. Υπάρχει και μια πιο σκοτεινή πλευρά στην ιστορία αυτής της μετάβασης», συμπληρώνει.
Προτεραιότητα ήταν να βρεθεί η ηθοποιός για τον ρόλο της Νέλι Λα Ρόι, μιας άγνωστης ηθοποιού που προσπαθεί να μπει δυναμικά στη σόου μπίζνες. Όταν διάβασε το σενάριο η Μάργκοτ Ρόμπι για πρώτη φορά, λέει ότι ήταν η πιο δυνατή αντίδραση που είχε νιώσει ποτέ. Ενώ ο χαρακτήρας της Νέλι είναι εμπνευσμένος από πολλές πρωταγωνίστριες του βωβού κινηματογράφου, ήταν η ζωή της Κλάρα Μπόου που πραγματικά βοήθησε την Ρόμπι να καταλάβει την Νέλι. «Για ένα ρόλο σαν την Νέλι χρειάζεσαι μια ηθοποιό που πραγματικά δεν νιώθει φόβο. Κάποια που γεμίζει την οθόνη, σαν να την πιάνει από τις άκρες και την ταρακουνάει και την μετατρέπει σε ό,τι εκείνη θέλει» λέει ο Σαζέλ. «Αυτό είναι η Νέλι για μένα, αυτό είναι η Μάργκοτ».
Η Νέλι είναι αποφασισμένη να κάνει εντύπωση στο πάρτι, ώστε όλοι οι παράγοντες του Χόλυγουντ να δουν με τα μάτια τους την στιγμή που ένα αστέρι να γεννιέται. Η Ρόμπι εξηγεί: «Όταν έφτασα κι εγώ στο Λος Άντζελες, ένιωσα πως δεν υπάρχουν οδηγίες για να τα καταφέρεις, οπότε κάνεις τα πάντα για να δημιουργήσεις μόνος σου εκείνη τη σωστή στιγμή». Ο Μάνι Τόρες (τον υποδύεται ο Ντιέγκο Κάλβα) είναι ένας νεαρός ονειροπόλος που προσπαθεί να μπει στη βιομηχανία του κινηματογράφου την ίδια χρονική στιγμή με τη Νέλι, και εντυπωσιάζεται από την παρουσία της.
Καταμεσής της ερήμου μπορεί να είναι ένα μέρος παράξενο για να αποκαλυφθεί μια ιστορία για την λάμψη του Χόλυγουντ, όμως εκεί συναντάμε για πρώτη φορά τον Μάνι, στις πρώτες σκηνές της Βαβυλώνας, να προσπαθεί να μεταφέρει έναν ελέφαντα στο πάρτυ που δίνει ο μεγάλος παραγωγός του Χόλυγουντ Ντον Γουάλας (Τζεφ Γκάρλιν) στην έπαυλή του έξω από την πόλη. «Υπάρχει εδώ ένας κόσμος τόσο σημαντικός και ήθελα να δείξω πώς είναι να το ζεις σε αυτόν τον κόσμο, αλλά από το περιθώριο», λέει ο σκηνοθέτης.
Συναντάμε για πρώτη φορά τον Τζακ Κόνραντ -τον υποδύεται ο Μπραντ Πιτ- στο ρόλο ενός αστέρα του βωβού κινηματογράφου της εποχής, όταν φτάνει στο πάρτι του Γουάλας με τη σύζυγό του, Ίνα (Ολίβια Γουάιλντ). Με την είσοδό του στο πάρτι, ο Τζακ μοιάζει σαν τον μόνο ενήλικα στον χώρο, αλλά είναι ξεκάθαρα έτοιμος να συμμετάσχει στη διασκέδαση αν προκύψει η σωστή αφορμή. «Πήγα στο παρελθόν και μελέτησα. Είδα πολύ Γκίλμπερτ, Φέαρμπανκς και Βαλεντίνο. Υπάρχει αληθινή γοητεία στις ερμηνείες τους» λέει ο Μπραντ Πιτ. «Οι ταινίες του βωβού κινηματογράφου δεν έχουν διαλόγους να στηριχτείς πάνω τους, μόνο μια κάρτα με τίτλους σε κάποια σημεία, έτσι οι ερμηνείες τους είχαν πολύ διαφορετικό ύφος από αυτό που έχουμε σήμερα». «Ο Πιτ είναι ένας από τους λίγους ανθρώπους σήμερα που έχει την αύρα των κινηματογραφικών αστέρων της παλιάς σχολής», σημειώνει ο Σαζέλ, για τον μεγάλο star.
Για την Τζιν Σμαρτ, στον ρόλο της αρθρογράφου Έλινορ Σεντ Τζον, η ανάγνωση του σεναρίου της έδωσε μια διαφορετική εντύπωση για το Χόλυγουντ του 1920. «Θυμάμαι ότι αναφερόμαστε σε εκείνη την εποχή ως ‘ταραχώδη’ για κάποιο λόγο», λέει η Σμαρτ. «Βγαίναμε από ένα φρικτό παγκόσμιο πόλεμο και μια πανδημία, ώστε οι άνθρωποι επαναστατούσαν απέναντι σε πολλά και τα έπαιρναν όλα πιο χαλαρά. Νομίζω ότι η Έλινορ ζει μέσα από τους ανθρώπους του Χόλυγουντ», λέει η Σμαρτ, «της αρέσει να διαμορφώνει τις καριέρες των ανθρώπων και να τους χειραγωγεί».
Ένα στοιχείο που αποδεικνύεται πολύ σημαντικό στην ταινία είναι η μουσική. Χρόνια πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα της Βαβυλώνας, ο Σαζέλ απευθύνθηκε στον, από πολλά χρόνια συνεργάτη του, Τζάστιν Χόρβιτς, για να γράψει μουσική για την Βαβυλώνα, ο οποίος έχει γράψει την μουσική για όλες τις ταινίες του Σαζέλ «Χωρίς Μέτρο», «La La Land» και «Πρώτος Άνθρωπος», κερδίζοντας δύο βραβεία Όσκαρ, τέσσερις Χρυσές Σφαίρες, τρία βραβεία κριτικών, δύο Grammys και ένα BAFTA. «Θέλαμε να φτιάξουμε για την Βαβυλώνα ένα δικό της μουσικό σύμπαν, με έναν ήχο που δεν θα ήταν τόσο αναχρονιστικός ώστε να μας βγάλει από την συνθήκη του 1920», λέει ο ίδιος. «Είναι πολύ πιο άγριος και επιθετικός». Οι δυο τους ανακάλυψαν ότι το Λος Άντζελες ήταν γεμάτο με ένα πολύ πιο πλατύ φάσμα ήχων, με επιρροές από Κούβα, Μεξικό Κίνα, Μέση Ανατολή αλλά και Ελλάδα.
Επειδή η Βαβυλώνα είναι μια ταινία με θέμα τις ταινίες, το σενάριο έπρεπε να έχει αρκετές σκηνές με πρεμιέρες ταινιών, κάτι που οδήγησε την ομάδα να επισκεφθεί όλους τους παλιούς κινηματογράφους, που είχαν χτιστεί στο Λος Άντζελες εκείνη την εποχή. Τίποτα όμως δεν απεικονίζει καλύτερα την αχαλίνωτη παρακμή που ήθελε να δείξει ο Σαζέλ, όσο η πρώτη σκηνή του πάρτι. Δεν έχει σημασία πώς μπορεί να έχει φανταστεί κανείς τη ζωή στα οργιώδη 20s, ο Σαζέλ και η ομάδα παραγωγής του το φτάνουν σε άλλο επίπεδο με μια προσέγγιση των ανθρώπων που δούλευαν σκληρά την ημέρα και διασκέδαζαν ακόμα πιο έντονα την νύχτα…