Το θαυμάσιο εξωτικό προϊόν κοστίζει πλέον χρυσάφι, αφού η τιμή του έχει δεκαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια. Για τις αυξήσεις, όμως, οι μόνοι που δεν φταίνε είναι οι παραγωγοί…
Μια είδηση την άνοιξη του 2024 ήρθε να επιβεβαιώσει αυτό που πολλοί αναλυτές των διεθνών αγορών προϊόντων πρόβλεπαν ήδη από το καλοκαίρι του 2023: η τιμή του κακάο ξεπέρασε τα 10.000 δολάρια ανά τόνο (10 δολάρια το κιλό η τιμή παραγωγού), καταρρίπτοντας ένα ιστορικό ρεκόρ. Σύμφωνα με στοιχεία του International Cocoa Organization, το 1994, πριν από 30 χρόνια, η τιμή του προϊόντος στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ανερχόταν σε 1.360 δολάρια/τόνο. Το κακάο ήταν δηλαδή εφτά φορές φθηνότερο. Την ώρα που συντάσσαμε το συγκεκριμένο κείμενο η τιμή του κακάο είχε πλέον διαμορφωθεί στα 8.500 δολάρια/τόνο!
Σύμφωνα με χρηματιστηριακούς αναλυτές, η εξωφρενική τιμή του κακάο οφείλεται στο γεγονός ότι υποχώρησε η παραγωγή του στη Δυτική Αφρική, συγκεκριμένα στην Ακτή Ελεφαντοστού και την Γκάνα, δύο χώρες που παράγουν τεράστιες ποσότητες και επηρεάζουν την τιμή του στις διεθνείς αγορές. Στις δύο προαναφερθείσες χώρες η συνολική συγκομιδή αποτελεί το 60% του παγκόσμιου όγκου κακάο.
Για τον μέσο Έλληνα αγρότη που βλέπει εμβληματικά προϊόντα του όπως το πορτοκάλι και το σταφύλι να πωλούνται μερικά λεπτά του ευρώ/κιλό, η τιμή των 10 ή ακόμα και των 8 ευρώ το κιλό για το κακάο φαντάζει αστρονομική. Η αλήθεια όμως είναι ότι το κακάο ήταν πάντα ένα δυσεύρετο, ευπαθές, εξωτικό και γι’ αυτόν το λόγο ακριβό προϊόν το οποίο μάλιστα έχει συνδέσει την εμφάνιση και την ανάπτυξή του με κοσμοϊστορικά γεγονότα, όπως η αποικιοκρατία, το δουλεμπόριο, οι απελευθερωτικοί κι εμφύλιοι πόλεμοι και οι δασμοί.
Κακάο αντί για όπλα και ρούχα
Ο Αμερικανός ιστορικός της οικονομίας και καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Robert Allen στο βιβλίο του «Παγκόσμια Οικονομική Ιστορία- Ένα σχεδίασμα» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2023) παρουσιάζει πτυχές της ιστορίας του κακάο ως ένα από τα πρώτα εξαγώγιμα προϊόντα της Αφρικής.
Το κακάο ήρθε στην Αφρική από τη Λατινική Αμερική τον 18ο αιώνα, αρκετά μετά την εποχή της αποικιοκρατίας και καλλιεργήθηκε στην αρχή από σκλάβους. Αποτέλεσε μαζί με το φοινικέλαιο είδος ανταλλάξιμο με άλλα προϊόντα που είχε ανάγκη η Αφρική. Όπως επισημαίνει ο ιστορικός, οι Βρετανοί ενθάρρυναν την καλλιέργειά του ανταλλάσσοντας το κακάο που παρήγαγε η Αφρική με υφάσματα, ρούχα και όπλα που παρήγαγαν αυτοί.
Η καλλιέργεια του κακάο αναπτύχθηκε τον 19ο αιώνα και με το πέρασμα της Αφρικής στον 20ο αιώνα αποψιλώθηκαν τεράστιες δασικές εκτάσεις για τη φύτευση κακαόδεντρων, επενδύθηκαν χρήματα στην καλλιέργειά τους, δεσμεύτηκε -συχνά με τη βία- ανθρώπινο κεφάλαιο για την παραγωγή του, αλλά η πολυπόθητη ανάπτυξη της Αφρικής δεν ήρθε ποτέ. Γιατί άραγε;
Σύμφωνα με τον Allen μεταξύ των αιτιών είναι οι κρατικές εταιρείες εμπορίας και διάθεσης του κακάο. Οι ακανόνιστες τιμές του κακάο στις διεθνείς αγορές μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κράτησαν τους παραγωγούς σε απόλυτη φτώχεια ενώ η έκρηξη της τιμής του τα επόμενα χρόνια δεν άφησε παρά λιγοστά κέρδη στους ηρωικούς παραγωγούς του στην αφρικανική ήπειρο. «Στις κύριες χώρες εξαγωγής κακάο, όπως η Γκάνα, οι αυξήσεις στο εισόδημα κατέληγαν στο κράτος και όχι στους αγρότες, επειδή οι καλλιεργητές αναγκάζονταν να πουλάνε το προϊόν τους σε μια κρατική υπηρεσία εμπορίας και διάθεσης» γράφει ο Allen.
Κακάο και φτώχεια
Αν και οι συγκεκριμένες υπηρεσίες των διεφθαρμένων αφρικανικών κρατών φαινομενικά προστάτευσαν τους καλλιεργητές από τις διακυμάνσεις της παγκοσμίας αγοράς πληρώνοντας σταθερές τιμές, στην πραγματικότητα οι υπηρεσίες αυτές, εξίσου διεφθαρμένες με τον υπόλοιπο κρατικό μηχανισμό, ξάφριζαν την υπεραξία που προέκυπτε από τις διεθνείς πωλήσεις. Οι ευρωπαίοι αγοραστές δεν είχαν κανένα λόγο να εμπλακούν σε αυτή την αφαίμαξη των γηγενών παραγωγών, αν δεν ενθάρρυναν κιόλας τη ζοφερή κατάσταση.
Όπως γράφει στο βιβλίο του ο Αμερικανός ιστορικός «κρατώντας τις τιμές σε χαμηλά επίπεδα, οι υπηρεσίες εμπορίας και διάθεσης περιόριζαν τα κίνητρα για επέκταση της παραγωγής και κρατούσαν τον αγροτικό κόσμο στη φτώχεια». Συνηθισμένη ιστορία, επαναλαμβανόμενη σε πολλά σημεία του κόσμου. Θυμίζει μάλιστα κάτι από τη δική μας πονεμένη ιστορία με την κορινθιακή σταφίδα στο γύρισμα του 20ου αιώνα.
Το περίεργο, σύμφωνα με τον Allen, είναι το γεγονός πως το κακάο δεν έδωσε ποτέ στην Αφρική την υπεραξία που της αναλογεί παρά το γεγονός ότι δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα κάποιο υποκατάστατό του για τη βιομηχανία της σοκολάτας όπως π.χ. για τη ζάχαρη η στέβια ή για το φοινικέλαιο τα υποκατάστατα του πετρελαίου (παραφίνη).
Πριν λίγες ημέρες έγινε γνωστό ότι το επόμενο διάστημα οι τιμές του κακάο, της σοκολάτας, του καφέ και της ζάχαρης θα ανέβουν και οι αυξήσεις εκτιμάται πως θα κυμαίνονται από 10% μέχρι και 25%. Ακούσαμε για «μειωμένη παραγωγή στην Αφρική», για «δύσκολες καιρικές συνθήκες λόγω κλιματικής αλλαγής», για «μειωμένα αποθέματα στις αποθήκες των πολυεθνικών εταιρειών», αλλά οι δικαιολογίες της αγοράς είναι δύσκολο να πείσουν όσους γνωρίζουν την πικρή ιστορία του κακάο και των βασανισμένων ανθρώπων που το παράγουν.
Μια ιστορία που ξεκινάει με τη στυγνή αποικιοκρατία των ευρωπαϊκών δυνάμεων και την εργασία σκλάβων και φτάνει μέχρι το σήμερα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών να προσπαθεί, μέσω διαφόρων προγραμμάτων στην Δυτική Αφρική, να κρατήσει ζωντανούς αυτούς που παράγουν ένα προϊόν που κοστίζει 10 δολάρια το κιλό- τιμή παραγωγού!