Η «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» είχε παγκόσμιο αντίκτυπο και άλλαξε τον τρόπο που γιορτάζουμε τη Γέννηση του Ιησού σε όλον τον κόσμο.
Τα Χριστούγεννα δεν είχαν πάντα τη λαμπρότητα που γνωρίζουμε σήμερα, καθώς τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, η πιο σημαντική γιορτή ήταν το Πάσχα. Αρκετά αργότερα οι Πατέρες της Εκκλησίας αποφάσισαν να καθιερώσουν τον εορτασμό της γέννησης του Ιησού στις 25 Δεκεμβρίου, αν και πουθενά στις Γραφές δεν υπάρχει σαφής ημερομηνία γέννησης. Κατά μια εκδοχή, η Εκκλησία επέλεξε αυτή την ημερομηνία σε μια προσπάθεια να εξαλείψει τα έθιμα και τον εορτασμό των παγανιστικών γιορτών που μέχρι τότε ήταν βαθιά ριζωμένες στις ζωές και τις συνήθειες των ανθρώπων. Παρά τις προσπάθειες της Εκκλησίας, τα Χριστούγεννα δεν γιορτάζονταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα και το Πάσχα παρέμενε στις καρδιές των χριστιανών ως η σημαντικότερη έκφραση της θρησκευτικής τους πίστης.
Εκείνη την εποχή, κανείς δεν φανταζόταν ότι κάποια στιγμή τα Χριστούγεννα θα πάρουν τόσο λαμπερή διάσταση, ή ότι θα γιορτάζονται ακόμα και από λαούς που δεν έχουν χριστιανικό θρήσκευμα και φυσικά κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι επάνω σε αυτήν την ημερομηνία θα στηθεί μια ολόκληρη βιομηχανία με δυσθεώρητα κέρδη κάθε χρόνο. Σημαντική συμβολή για τη μεταστροφή των ανθρώπων όσον αφορά τα Χριστούγεννα, είχε ο Άγγλος λογοτέχνης Τσαρλς Ντίκενς (Charles Dickens 1812 – 1870), που λέγεται ότι είναι ο άνθρωπος που εφηύρε τη σύγχρονη μορφή των Χριστουγέννων. Στην ουσία ο συγγραφέας ανέδειξε με τη γλαφυρή του πένα την ήσυχη και άχρωμη γιορτή, αμπαλάροντας τη με μια δόση μαγείας και στη συνέχεια σκόρπισε την αστερόσκονή της σε όλους. Έδωσε στο κοινό την πασίγνωστη ιστορία, «A Christmas Carol» (μτφρ. «Μια Χριστουγεννιάτικη Ιστορία») η οποία αποδείχτηκε κάτι περισσότερο από ένα μυθιστόρημα που εξελίσσεται κατά τις ημέρες των Χριστουγέννων, στο παγωμένο και γκρίζο Λονδίνο. Το βιβλίο δίνει την εικόνα των τέλειων, νοσταλγικών Χριστουγέννων, με καλοψημένη γαλοπούλα, γκι και γενναιοδωρία ιδιαίτερα προς όλους όσους βρίσκονται σε ανάγκη και με πλάγιο τρόπο ανέδειξε τις κοινωνικές ανισότητες και την αδικία.
Όταν ο Charles Dickens άρχισε να γράφει το 1843, το A Christmas Carol, ίσως να μην περίμενε ότι το έργο του θα αποκτήσει πανανθρώπινη αξία και θα μεταβάλλει τα ήθη και τα έθιμα. Το βιβλίο ολοκληρώθηκε μέσα σε μόλις έξι εβδομάδες και η τιμή του ήταν πέντε σελίνια, ένα κόστος προσιτό σε πολύ μεγάλο ποσοστό του αναγνωστικού κοινού. Αποδείχθηκε εξαιρετικά δημοφιλές και σύμφωνα με όσα είναι γνωστά, πουλήθηκαν περίπου 6.000 βιβλία μέσα σε πολύ λίγες ημέρες. Λέγεται ότι ήταν τόσο μεγάλος ο αντίκτυπος του βιβλίου που κυκλοφορούσαν από χέρι σε χέρι πειρατικά αντίγραφα, αναγκάζοντας τον Dickens να λάβει νομικά μέτρα για να προστατεύσει το έργο και τα πνευματικά του δικαιώματα.
Το κίνητρο του μέγα ανθρωπιστή και κοινωνικού κριτικού Dickens, για τη συγγραφή της ιστορίας δεν ήταν μόνο το οικονομικό όφελος. Εμπνευσμένος από ένα ταξίδι του στη βόρεια Αγγλία, όπου είχε δει τον καθημερινό αγώνα των φτωχών της Βρετανίας και βαθιά συγκινημένος από τις εικόνες που είχε αντικρίσει στα σχολεία που είχε επισκεφτεί, με άπορα παιδιά να διαβιούν σε άθλιες συνθήκες, αποφάσισε να αποτυπώσει τις εικόνες στις αράδες του βιβλίου του, όπως έκανε και σε κάθε άλλο έργο του.
Ο πρωταγωνιστής του πασίγνωστου βιβλίου έχει εμπνεύσει πλήθος άλλων ιστοριών. Είναι η ιστορία του Ebenezer Scrooge, ενός τσιγκούνη τοκογλύφου και μισάνθρωπου, που αντιπαθεί τα Χριστούγεννα και δεν ενδιαφέρεται για κανέναν εκτός από τον εαυτό του. Την παραμονή των Χριστουγέννων, ένα φάντασμα και τρία πνεύματα επισκέπτονται τον Scrooge, του δείχνουν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον και τον προειδοποιούν για όσα συμβούν εάν εξακολουθήσει να είναι άπληστος και κακός με τους άλλους. Ο Scrooge την επόμενη ημέρα ξυπνά άλλος άνθρωπος και αλλάζει εντελώς τον τρόπο που αντιμετωπίζει τη ζωή και τους συνανθρώπους του.
Σήμερα, ο πλανήτης έχει αγκαλιάσει τα Χριστούγεννα και έχει περάσει από το ένα άκρο στο άλλο, με τα οικονομικά στοιχεία να προκαλούν ίλιγγο. Η υπερκατανάλωση σε όλα τα επίπεδα, ψώνια, δώρα, φαγητό, ποτό κ.λπ. ανέρχεται σε αρκετά τρισ. δολάρια. Χαρακτηριστικά, τα Χριστούγεννα του 2019 μόνο οι Αμερικανοί ξόδεψαν περισσότερα από 1 τρισ. δολάρια για τις αγορές τους, ενώ σύμφωνα με έρευνα τα δύο πέμπτα των Ευρωπαίων αισθάνονται μεγάλη πίεση καθώς εξαναγκάζονται να ξοδέψουν χρήματα. Ωστόσο, τίποτα δεν φαίνεται να μπορεί να ανακόψει την υπέρλαμπρη και φρενήρη πορεία των Χριστουγέννων και ο πλανήτης θα εξακολουθήσει να γιορτάζει με την ίδια ένταση χάρις και στον Ντίκενς.