Πληροφορίες, απορίες και επιφυλάξεις για τη βιογραφική ταινία του Γιάννη Αντετοκούνμπο που ξεκίνησε χθες γυρίσματα και οι λεπτομέρειες που θα κρίνουν την καλλιτεχνική επιτυχία της.
Όπως είναι γνωστό, η Disney+, καινούργια σχετικά, κινηματογραφική πλατφόρμα on line streaming (παρόμοια με του Netfix), γυρίζει ταινία με τη ζωή του Γιάννη Αντετοκούνμπο. «Greek Freak» ο τίτλος της, όπως είναι το παρατσούκλι του Γιάννη στα γήπεδα μπάσκετ του ΝΒΑ, όπου μεγαλουργεί. Εδώ εγείρεται ένα πολύ σοβαρό ερώτημα: Τι ταινία θα είναι αυτή για το Γιάννη; Μήπως μια «αμερικανιά» με δράση και χωρίς μηνύματα για να ικανοποιήσει έναν λαό 300 εκατομμυρίων στις ΗΠΑ, αλλά και του ευρύτερου αγγλοσαξονικού τόξου ή μία πραγματική ιστορία, καθόλου φτιασιδωμένη, που θα αποτυπώνει την πραγματικότητα στην Ελλάδα που μεγάλωσε ο Γιάννης; Είναι μία εύλογη απορία, καθότι Αμερικανοί προσαρμόζουν τις ταινίες τους στα δικά τους στάνταρ. Κι έχουμε αρκετά τέτοια παραδείγματα, από τις ταινίες «Τροία», «οι 300», «Μέγας Αλέξανδρος» κ.ά.Την παραγωγή θα κάνει ο Μπέρνι Γκόλντμαν, σκηνοθέτης ο Ακίμ Ομοσότο. Τον Γιάννη θα υποδυθεί ο πρωτοεμφανιζόμενος Ούκε Αγκάντα, τον μακαρίτη πατέρα του τον Τσαρλς, ο Ντάγιο Οκενίγι και τη μητέρα του, τη Βέρα, η Γετίντε Μπαντάκι. Σεναριογράφος, ο Ιρανός στην καταγωγή, Αράς Αμέλ. Αυτός που έγραψε την «Γκρέις του Μονακό» με την Νικόλ Κίντμαν, ένα καθόλα αποτυχημένο σενάριο. Έγραψε επίσης την αυτοβιογραφία της Αμερικανίδας δημοσιογράφου, πολεμικής ανταποκρίτριας των «Sunday Times», Μαρί Κόλβιν, που έχασε τη ζωή της το 2012 στην πόλη Χομς της Συρίας, κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών. Πιθανόν και να δολοφονήθηκε. Ο Αράς Αμέλ σε αυτήν την ταινία με τίτλο «A Private War» (Ο Δικός της Πόλεμος) έγραψε ένα σενάριο αυστηρά προσωποκεντρικό για τη Μαρί Κόλβιν (πρωταγωνίστρια η Ρόζαμουντ Πάικ) και ο σκηνοθέτης Μάθιου Χάινεμαν το προσάρμοσε στην αμερικανική πραγματικότητα. Ο Αράς Αμέλ, ωστόσο, στη συγκεκριμένη ταινία, δεν μπήκε ποτέ στην ουσία του πολέμου στη Συρία. Δεν αναφέρει καν ποιοι προκάλεσαν αυτόν τον πόλεμο και γιατί. Τις τραγικές συνέπειες ενός πολέμου, όλοι μπορούμε να τις φανταστούμε, όχι όμως και το «παιχνίδι» της πολιτικής γύρω από αυτόν.
Επανερχόμαστε στην ταινία του Γιάννη Αντετοκούνμπο. Προφανώς και το σενάριο θα βασιστεί στη μαρτυρία του ιδίου, της μητέρας του και των αδερφών του Θανάση, Κώστα και Αλέξη, επίσης παικτών του ΝΒΑ. Εκείνο που φοβίζει, ωστόσο, είναι αυτή η προσαρμοστικότητα του σεναρίου στα αμερικάνικα δεδομένα. Η ταινία γίνεται για να πουλήσει στον υπόλοιπο κόσμο, όχι στα 10 εκατομμύρια των Ελλήνων. Πώς, λοιπόν, θα παρουσιάσει την Ελλάδα ο Αράς Αμέλ; Μήπως με υπερβολικό αρνητισμό γιατί αυτό πουλάει;
Έχει και τα καλά της αυτή η χώρα. Μπορεί να μην έδινε ταυτότητα στον Γιάννη, αλλά είναι η χώρα που τον μεγάλωσε. Είναι η χώρα που η ΕΒΓΑ της γειτονιάς στα Σεπόλια στήριξε το Γιάννη και πρέπει να αναδειχτεί η ελληνική φιλοξενία, η συμπόνια, το φιλότιμο, ειδικά όταν την Ελλάδα αποσάρθρωσε η οικονομική κρίση εξαιτίας των μνημονίων. Ο Γιάννης δεν πρέπει να παρουσιαστεί παγκοσμίως ως ένας Βασιλάκης Καΐλας των καιρών μας, διότι κάποιοι φρόντισαν την εποχή που ήταν στην τρυφερή ηλικία των 14, 15, 16 ετών, να επαναφέρουν την χώρα στη δεκαετία του ’60.
Επίσης, άνθρωποι που γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα στην Αμερική, είναι πεπεισμένοι ότι η ταινία του Γιάννη, προκειμένου να εντυπωσιάσει όσο το δυνατόν περισσότερο, θα αναφερθεί και στο μεταναστευτικό. Κι εκεί, ο Αράς Αμέλ, τι ακριβώς θα γράψει; Θα περιγράψει μόνο τη φρίκη ή και τις αιτίες που την προκάλεσαν; Χμμ.
Εδώ υπάρχει και κάτι που λίγοι γνωρίζουν. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είχε συμμετοχή, όπως κι η μητέρα του Βέρα, ως κομπάρσοι φυσικά, στην αυστραλοβρετανική παραγωγή «Dead Europe» του 2012, που ήταν βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Ελληνοαυστραλού συγγραφέα Χρήστου Τσιόλκα (2005). «She’s dead. Gone. Many months ago». («Είναι νεκρή. Έχει ‘φύγει’. Πολλούς μήνες τώρα», λέει ο Γιάννης στον πρωταγωνιστή, ο οποίος έχει ταξιδέψει στην Ελλάδα για να σκορπίσει τις στάχτες του πατέρα του και μαθαίνει μία κατάρα γύρω από την οικογένειά του. «Οι εμπειρίες ζωής που είχαν τους καθιστούσαν τέλειους για το ρόλο» είχε πει ο ίδιος ο σκηνοθέτης, στις αρχές του 2020. Και συμπλήρωσε: «Ψάχναμε για μία οικογένεια που θα μπορούσε να παίξει το ρόλο των προσφύγων, αλλά να δείχνουν φυσιολογικοί και καλόκαρδοι».