Η καρικατούρα της υπηρέτριας (ψυχοκόρης – σκλάβας) στις ελληνικές ταινίες και η πραγματική ιστορία πίσω από τις κλειστές πόρτες των ευκατάστατων οικογενειών.
Σε όλες τις παλιές ελληνικές ταινίες, το μοτίβο παρουσίασης του υπηρετικού προσωπικού είναι σχεδόν πάντα το ίδιο· γυναίκες χωρίς κοινωνική μόρφωση, ελαφρόμυαλες, αυθάδεις και κουτσομπόλες, επενδυμένες με ποδιά που σηματοδοτεί την ταξική διαφορά. Αυτές οι καρικατούρες των υπηρετριών, συνήθως δεν επηρέαζαν την έκβαση του σεναρίου αλλά η παρουσία τους πρόσφερε στο κοινό γέλιο με την μωρία τους και σκιαγραφούσε το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο των πρωταγωνιστών. Παράλληλα, γινόμαστε μάρτυρες σφαλιάρων και προσβολών από τα αφεντικά, γιατί νομοτελειακά είχαν κάθε δικαίωμα να το κάνουν. Ωστόσο, πόσο απέχει αυτή η εικόνα από την πραγματικότητα της έμμισθης οικιακής εργασίας των προηγούμενων δεκαετιών, ακόμα και αιώνων;
Ανέκαθεν, η συντήρηση υπηρετικού προσωπικού από ένα νοικοκυριό, τοποθετούσε τα μέλη του στην αστική τάξη. Όσο περισσότερες υπηρέτριες διέθετε ένα νοικοκυριό, τόσο υψηλότερη ήταν η θέση του στην κοινωνία. Οι προσωπικές υπηρεσίες και ιδιαίτερα η οικιακή εργασία, έπρεπε να παρέχεται διακριτικά και απρόσωπα, γιατί ο εργοδότης δεν πληρώνει (ακόμα και σήμερα) για την παρουσία του εργάτη, αλλά για να κατέχει το αποτέλεσμα της εργασίας, όπως το πλυμένο πουκάμισο, ή το μαγειρεμένο φαγητό. Αυτή η διακριτική, χωρίς συναισθηματισμούς παροχή υπηρεσιών, δεν ήταν αποτέλεσμα μιας εκπαίδευσης στα πρότυπα της σύγχρονης κοινωνίας, όπως είναι σήμερα μια τεχνική σχολή μαγείρων, αλλά επακόλουθο μηχανισμών χειραγώγησης και υποταγής που εφάρμοζαν οι εργοδότες απέναντι στους οικιακούς εργάτες.
Στην Ελλάδα, τα κορίτσια των φτωχών οικογενειών ή τα ορφανά έμπαιναν από πολύ νωρίς εσώκλειστα σε σπίτια αστικών οικογενειών. Από την ηλικία των 8 και 9 ετών, άφηναν πίσω τους την παιδική ηλικία για να θρέψουν στόματα ή να προικίσουν αδέρφια. Το ηλικιακό πλαίσιο δεν ήταν τυχαίο: αυτά τα παιδιά, ήταν εύπλαστη ύλη στα χέρια των εργοδοτών που ζητούσαν υποταγή και πολύ φθηνά εργατικά χέρια χωρίς άλλες απαιτήσεις. Ο πενιχρός μισθός πήγαινε απ’ ευθείας στην οικογένεια του παιδιού και έτσι, το παιδί – εργάτης βρισκόταν σε ένα άτυπο είδος σκλαβιάς.
Σε αυτά τα παιδιά και τους οικείους τους, συνήθως καλλιεργούταν η ψευδαίσθηση του οικογενειακού δεσμού με την ευκατάστατη οικογένεια, και της μελλοντικής αποκατάστασης. Αυτό υποδηλώνονταν με τον όρο ψυχοκόρη, ή ψυχοπαίδι/ψυχογιός -για τα αγόρια που πήγαιναν συνήθως ως βοηθοί σε εργαστήρια ή μαγαζιά κ.λπ.- και κατέληγαν να εργάζονται επί 24ώρου βάσεως χωρίς ανάπαυλα. Θεωρητικά, το κορίτσι/ψυχοκόρη ήταν θετό παιδί της οικογένειας, αλλά χωρίς καμία νομική υπόσταση και κανένα κληρονομικό δικαίωμα. Η ψυχοκόρη ήταν υποχρεωμένη να φροντίζει όλα τα μέλη της οικογένειας, να γηροκομεί τα γηραιότερα, να αναθρέφει τα μικρότερα, να κάνει όλη την απαιτούμενη οικιακή εργασία γιατί ήταν χρέος της, λόγω του οικογενειακού δεσμού, που όμως δεν υπήρχε.
Ο μηχανισμός που οδηγούσε στην υποταγή, συχνά ήταν η βία, οι προσβολές και πάνω από όλα η αφαίρεση ιδιοκτησίας και ιδιωτικότητας και η απομόνωση του παιδιού/εργάτη από το στενό οικογενειακό του περιβάλλον. Μαρτυρίες γυναικών που έχουν καταγραφεί, περιγράφουν μεταξύ άλλων ότι κοιμόντουσαν κάτω από το τραπέζι της κουζίνας ή ότι δεν τους επιτρεπόταν να δουν τους γονείς και τα αδέρφια τους για χρόνια. Συχνά, οι ψυχοκόρες δεν κατάφερναν να φτιάξουν μια δική τους ζωή έξω από την οικογένεια στην οποία είχαν μεγαλώσει και υποταχτεί και συνέχιζαν μέχρι τα γεράματά τους να προσφέρουν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους, παγιδευμένες σε μια ζωή που άλλοι είχαν επιλέξει για αυτές.
Σήμερα, η παιδική εργασία δεν έχει χώρο στις πολιτισμένες δυτικές κοινωνίες, παρόλο που είμαστε αποδέκτες του αποτελέσματος της παιδικής εργασίας, όπως είναι ένα επώνυμο ζευγάρι αθλητικά παπούτσια.
Ακολουθήστε το zeitgeist.gr για να ενημερώνεστε πρώτοι για νέα θέματα και να στηρίξετε την ποιοτική δημοσιογραφία. Ένα like στο banner που βλέπετε κάτω αρκεί!