Fiat 500, Land Rover Defender, Citroen DS. Τρία εμβληματικά μοντέλα από το παρελθόν, που όμως εξακολουθεί να συγκινεί και σε ορισμένες περιπτώσεις να εξελίσσεται ολοζώντανο.
Fiat 500 (1957)
Μερικά αυτοκίνητα μένουν στην ιστορία για τις τεχνολογικές ή τις σχεδιαστικές καινοτομίες τους. Ελάχιστα όμως πετυχαίνουν να συνδυάσουν το ακατόρθωτο: τεχνολογία και συναίσθημα. Tο Fiat Nuova 500, που παρουσιάστηκε στις 4 Ιουλίου 1957 αναμφίβολα είναι ένα από αυτά! Ο λόγος γι’ αυτό, είναι πολύ απλός: κατά τη 18χρονη σταδιοδρομία του πούλησε 3.893.294 μονάδες, προσφέροντας με τη προσιτή τιμή πώλησης του, τόσο στον ιταλικό λαό, όσο και στους υπόλοιπους Ευρωπαίους, τη δυνατότητα της ελευθερίας που προσφέρει η αυτοκίνηση. Το εξωτερικό του μήκος ήταν μόλις 2,97 μ., το πλάτος μα και το ύψος του 1,32 μ., ενώ το μεταξόνιο του ήταν 1,84 μ. Κενό ζύγιζε 470 κιλά ενώ με πλήρες φορτίο, 680. Ο κινητήρας του ήταν δικύλινδρος και αερόψυκτος (ο πρώτος αερόψυκτος κινητήρας της Fiat), με χωρητικότητα 479 κ.εκ. και ισχύ 13 ίππων, προσδίδοντας στο αυτοκίνητο τελική ταχύτητα 85 χλμ./ώρα. Το κιβώτιο ταχυτήτων διέθετε 4 σχέσεις και το σύστημα πέδησης ήταν υδραυλικό. Η κίνηση μεταδιδόταν στους πίσω τροχούς, ενώ και ο κινητήρας ήταν τοποθετημένος πίσω.
Το 2007 εμφανίστηκε ο διάδοχος του, όταν η Fiat αναβίωσε το κλασικό 500, λανσάροντας το Fiat Nuova 500. Αν και η αισθητική του παραπέμπει άμεσα στο αρχικό πεντακοσαράκι του 1957, τόσο ο κινητήρας όσο και η μετάδοση της κίνησης είναι μπροστά, κοινώς «όλα εμπρός», σε αντίθεση με το «όλα πίσω» του αρχικού 500, ενώ και οι εξωτερικές διαστάσεις του έχουν αυξηθεί σημαντικά ως προς αυτές του κλασικού 500.
Land Rover Defender (1947)
Η ιδέα για τη δημιουργία του πρώτου Land Rover προήρθε από τους αδερφούς Maurice και Spencer Wilks την άνοιξη 1947. Η απόφαση λήφθηκε όταν έμειναν ενθουσιασμένοι από την εκτός δρόμου συμπεριφορά ενός Willys Jeep. Το 1947 το διοικητικό συμβούλιο της Rover έδωσε την τελική έγκριση για το σχέδιο Land Rover και έτσι το πρώτο μοντέλο της ιστορικής φίρμας, το Series I, παρουσιάστηκε στην έκθεση του Άμστερνταμ το 1948. Το σασί αυτού του μοντέλου ήταν γαλβανισμένο, ενώ δεν διέθετε πόρτες. Η έλλειψη ατσαλιού την μεταπολεμική περίοδο στην Αγγλία, οδήγησε τους τεχνικούς της εταιρείας να καταφύγουν στη χρήση αλουμινίου για τη κατασκευή του αμαξώματος, απόφαση που συνέβαλε αποφασιστικά στη τεράστια εμπορική επιτυχία των Land Rover. Ενδεικτικά, πέραν του ότι το Land Rover SERIES I ήταν ασταμάτητο σε κάθε είδος έδαφος χάρη στους κοντούς προβόλους εμπρός-πίσω μπορούσε να πάρει κλίση μέχρι 45 μοίρες χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα. Στα πρώτα 10 χρόνια παραγωγής κατασκευάστηκαν 210.000 Land Rover, το 70% από τα οποία εξήχθη σε πάνω από 150 χώρες. Το 1984 εμφανίζονται τα Land Rover 90 και 110. Διαθέτουν μόνιμη τετρακίνηση με κεντρικό διαφορικό και ανάρτηση με ελικοειδή ελατήρια αντί για φύλλα σούστας. Μετά την εμφάνιση του 110, κατασκευάζεται και ένα μακρύτερο μοντέλο που αρχικά ονομάστηκε 127, και αργότερα 130. Το 1989 τα μοντέλα 90, 110 και 130 μετονομάστηκαν σε Defender συνεχίζοντας έως σήμερα να μονοπωλούν το ενδιαφέρον όσων επιθυμούν ένα καθαρόαιμο 4Χ4.
Citroen DS (1955)
Η DS (από το γαλλικό Déesse, δηλαδή θεά, αλλά γνωστό ως «βάτραχος» στην Ελλάδα) είχε συνολικό μήκος 4,80 μ. και μεταξόνιο που έφτανε στα 3,12 μ. προσφέροντας τεράστιους χώρους στους επιβάτες της. Το σχήμα του αμαξώματος είχε διαμορφωθεί με γνώμονα την απόλυτη αεροδυναμική (συντελεστής οπισθέλκουσας Cd 0,37!), στοιχείο που επαλήθευε τους ισχυρισμούς της Citroen ότι η ναυαρχίδα της βρισκόταν 20 χρόνια μπροστά από την εποχή της. Το μόνο αναχρονιστικό στοιχείο πάνω της, ήταν ο κινητήρας της καθώς χρησιμοποιούσε τον τετρακύλινδρο της προπολεμικής Traction Avant, ο οποίος για την περίπτωση είχε εκσυγχρονιστεί μερικώς, αποκτώντας αλουμινένια κυλινδροκεφαλή. Το μοτέρ αυτό συντρόφεψε την DS σε όλη τη διάρκεια της ζωής της, μεγαλώνοντας μαζί της καθώς ο κυβισμός του αυξήθηκε σταδιακά από τα 1,9 λίτρα, στα 2,0, στα 2,1 και τέλος στα 2,3 λίτρα το 1975 οπότε και σταμάτησε η παραγωγή της. Οι αναρτήσεις της αποτελούντο από οδηγούντες βραχίονες μπροστά και υστερούντες βραχίονες πίσω και στη λειτουργία τους ελέγχονταν από το περίφημο υψηλής πίεσης υδραυλικό σύστημα, το οποίο εξασφάλιζε στο μοντέλο άνεση και άρτια οδική συμπεριφορά. Ταυτόχρονα παρείχε τη δυνατότητα στον οδηγό να αυξομειώνει μηχανικά την απόσταση του αμαξώματος από το έδαφος. Επί του παρόντος, αυτό που υπάρχει είναι σκέψεις αναβίωσης του DS ως ηλεκτροκίνητο, αλλά και αρκετές χιλιάδες να κυκλοφορούν ακόμη στον κόσμο.