Μεταξύ της μισαλλοδοξίας και της πολιτικής ορθότητας μεσολαβεί ο ωκεανός των κανονικών ανθρώπων. Είναι εκείνοι που δεν επιθυμούν να επιλέξουν στρατόπεδο, όχι για να κρατήσουν ίσες αποστάσεις, αλλά γιατί απλώς δεν ταιριάζουν σε καμία από τις δύο πλευρές.
Το θέμα, την σήμερον ημέραν, είναι το «πολιτικώς, ορθόν». Το politically correct. «Κορεκτίλα», ο εκλαϊκευμένος νεολογισμός. Αν είσαι, γλιτώνεις από κάμποσες επιθέσεις και είσαι και του ρεύματος. Αν, όμως, διατυπώνεις αντιρρήσεις, οι «πολιτικώς ορθοί», έχουν έτοιμη την αντίδραση. Είσαι ρατσιστής, σεξιστής, φαλλοκράτης, ομοφοβικός, φασίστας, εθνικιστής, κάτι από αυτά ή όλα αυτά μαζί. Είσαι κι ας μην είσαι. Το θέμα είναι ότι σε κατατάσσουν να είσαι και σε δίνουν βορά σε έναν κόσμο που αυτοί οι ίδιοι, οι κατατάσσοντες δηλαδή, του διαμόρφωσαν τη σκέψη. Ο Ουμπέρτο Έκο είχε πει ότι όλοι αυτοί οι σύγχρονοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, έχουν μεταβληθεί σε φονταμεταλιστές. Στην ουσία, κατευθύνουν την σκέψη περιθωριοποιημένων ανθρώπων και ανά πάσα στιγμή, μπορούν να τους εκμεταλλευτούν. Να τους ξεσηκώσουν. Στην Ελλάδα, στη μεταπολεμική εποχή, όποιος δεν ήταν δεξιός, ήταν αυτοδίκαια αριστερός. Και τότε υπήρχε η κορεκτίλα. Στην εποχή μετά τη Χούντα, όποιος δεν ήταν αριστερός, ήταν χουντικός ή στην καλύτερη περίπτωση δεξιός. Πάντα, κάτι ήταν. Κι ας μην ήταν. Ουδεμία σημασία έχει για αυτούς που σε κατατάσσουν ετσιθελικά κάπου.
Η πολιτική ορθότητα ενδεδυμένη τον μανδύα της αγάπης, της συμπόρευσης, της απαγόρευσης λέξεων που ενδεχομένως να προσβάλλουν, άρα και της απόλυτης ισότητας, δημιουργούν ένα πλαίσιο ενιαίας κουλτούρας παγκοσμίως, η οποία εκφράζεται από μία γλώσσα, ένα fast food γεύμα, ένα αναψυκτικό και κυρίως με την πνευματική αποσυσπείρωση ομάδων που τις δένουν ιδιαίτερες αξίες. Όποιος παρεκκλίνει, στην πυρά! Ο Χριστιανός προσβάλει τους αλλόθρησκους όταν σταυροκοπιέται μπροστά τους. Όποιος βγάζει την ελληνική σημαία στο μπαλκόνι στις εθνικές επετείους είναι υπό διερεύνηση. Προσβάλει, ενοχλεί. Απαγορεύονται τα ανέκδοτα για τους χοντρούς, τους λιγνούς, τους ψηλούς και καμιά δεκαριά ακόμη κατηγορίες. (Εννοείται ότι ο Αριστοφάνης δεν είναι καθόλου μα καθόλου politically correct ούτε και ο Παλαμάς στον Δωδεκάλογο του Γύφτου). Αυτό όμως είναι ελευθερία έκφρασης; Προφανώς και όχι. Είσαι ελεύθερος να μη μιλάς, αυτή είναι η γενικευμένη ντιρεκτίβα της πολιτικής ορθότητας. Μια σαλαμοποίηση του κόσμου ολόκληρου, με πρόσχημα την ειρηνική συνύπαρξη.
Άσχετο: Στο ποδόσφαιρο γιατί κανείς δεν ενοχλείται όταν οι Χριστιανοί ποδοσφαιριστές κάνουν το σταυρό τους όταν μπαίνουν στο γήπεδο; Αλλά ούτε και όταν ο μουσουλμάνος Μοχάμεντ Σαλάχ της Λίβερπουλ ή ο Αχμέντ Χασάν του Ολυμπιακού προσεύχονται μετά την επίτευξη ενός γκολ; Μήπως οι αγνοί χουλιγκάνοι είναι πιο εντάξει από όσο κάποιοι νομίζουν; Θα αναρωτηθούν ορισμένοι: Δεν υπάρχουν ρατσιστές εκεί έξω; Βεβαίως και υπάρχουν. Πέραν από τους ψυχικώς ασθενείς, τους κοινωνιοπαθείς και τους ακοινώνητους, υπάρχουν οι ρατσιστές κατ’ επάγγελμα, όχι κατά συνείδηση. Κανένας φυσιολογικός άνθρωπος, οποιουδήποτε χρώματος δεν μισεί τον συνάνθρωπό του απλώς λόγω του χρώματος ή του σωματότυπου. Όμως, υπάρχουν οι επιτήδειοι που το εκμεταλλεύονται, για τους δικούς τους σκοπούς, όπως τα ακροδεξιά πολτικά μορφώματα της τελευταίας δεκαετίας. Κι εκεί παρεμβαίνει η πολιτική ορθότητα. Δήθεν, δια της απαγορεύσεως να επιβάλει το πρέπον, αλλά στην ουσία για να συσπειρώσει και στη συνέχεια να κατευθύνει τους αντι-ρατσιστές. Κι εδώ ο τοίχος έχει τη δική του ιστορία. «Θάνατος στους κακούς! Υπογραφή: Οι καλοί».
Υπάρχει, ωστόσο, μία ακόμα παράμετρος ζωής, για την οποία η πολιτική ορθότητα σκοπίμως σιωπά. Αφορά στον οικονομικό ρατσισμό. Είναι δίκαιο να υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί στις κοινωνίες και τέτοιες τρανταχτές ανισότητες; Η πολιτική ορθότητα είναι το άλλοθι των εκμεταλλευτών του κόσμου, ο τρόπος να ρίχνουν την μπάλα στην εξέδρα. Ο Πελέ είναι μιγάς. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, μαύρος. Ο Σπάικ Λι το ίδιο κι ο Μόργκαν Φρίμαν επίσης. Έχετε διαβάσει ποτέ, την Γιαπωνέζα Γιόκο Ογκάουα; Τεράστια λογοτέχνιδα, κίτρινη. Όπως και οι σκηνοθέτες Ακίρα Κουροσάβα κι ο Γιοχίρο Τακίρα. Ουδείς νοήμων άνθρωπος ασχολείται με το χρώμα τους ή την καταγωγή τους. Η πλειονότητα τους λατρεύει, όπως κι εγώ, αλλά και ταυτίζεται με κάθε κοινωνικό αγώνα για πραγματικά ίσα δικαιώματα.
Στη φωτογραφία Αφροαμερικανοί (και όχι μαύροι ή «νέγροι» όπως αναφέρει το πλακάτ της πικετοφορίας) διαδηλώνουν στη Σέλμα της Αλαμπάμα το 1965. (Από τη συλλογή της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου, Ουάσιγκτον).