Με αφορμή την ξαφνική του απόφαση να αποχωρήσει από τον πάγκο της Ρεάλ, το Zeitgeist σκιαγραφεί το προφίλ του και μαντεύει τους λόγους που τον οδήγησαν στην απόφαση αυτή.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Zizou παίρνει μια τέτοια ξαφνική απόφαση. Το ίδιο είχε κάνει το 2006, όταν αποχώρησε από το ποδόσφαιρο στα 32 του, δηλαδή πολύ νωρίς. Κατόπιν πέρασε ήρεμα μια τετραετία, ξεκουράστηκε και αφιέρωσε περισσότερο χρόνο στη γυναίκα του Veronique (είναι μαζί πάνω από 30 χρόνια) και στους τέσσερις γιους του. Αλλά και το 2018, όταν έφυγε μετά την τρίτη συνεχόμενη κατάκτηση του Champions League ως προπονητής με τη Ρεάλ, για να επιστρέψει εσπευσμένα μετά από 10 μήνες.Ο Zizou γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1972. Του χρόνου θα γίνει 50. Είναι αλγερινής καταγωγής, μουσουλμάνος, παιδί μεταναστών και έχει αγωνιστεί πολύ στη ζωή του. Στη ζωή του προσπαθούσε να διατηρεί πάντα μια ισορροπία μεταξύ δουλειάς και σπιτιού και ποτέ δεν την ψώνισε. Με δεδομένο ότι μεγάλωσε μέσα στις στερήσεις, απολαμβάνει να συνεισφέρει σε ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, μέσω φιλανθρωπικών δράσεων που συγκεντρώνουν χρήματα για τη φτώχεια και τη θεραπεία ανίατων ασθενειών, ενώ είναι Πρέσβης Καλής Θέλησης του ΟΗΕ και της Unicef. Ξέρει ότι η ζωή είναι εύθραστη και δυστυχώς, πριν λίγο καιρό, έχασε τον αδερφό του.
Το 2011 συμμετείχε ως κριτής σε ένα reality που στόχο είχε να αναδείξει νέα ποδοσφαιρικά ταλέντα. Μαζί με το ίνδαλμά των νεανικών του χρόνων, τον Ουρουγουανό Έντσο Φρατζεσκόλι ήταν οι κριτές του «Football Cracks», ο νικητής του οποίου συμμετείχε στη θερινή προετοιμασία μιας ομάδας του ισπανικού πρωταθλήματος. Ήταν κάτι που απόλαυσε πολύ και που έδειξε ότι αντιμετωπίζει το ποδόσφαιρο όχι μόνο επαγγελματικά, αλλά και ρομαντικά, σαν διασκέδαση.
Ήταν εδώ και πολλά χρόνια, επίσημα, σύμβουλος του Φλορεντίνο Πέρεθ, του προέδρου της Ρεάλ, του συλλόγου που ήταν ο τελευταίος σταθμός στην ποδοσφαιρική καριέρα του. Οι περισσότερες από τις εισηγήσεις του έγιναν δεκτές όλα τα περασμένα χρόνια εκτός από μία. Ήταν το 2011 όταν ρωτήθηκε ποιος θα μπορούσε να είναι ο διάδοχός του. Τότε είδε στο πρόσωπο του 19χρονου Βέλγου μεσοεπιθετικού της Λιλ, Εντέν Αζάρ, τον επόμενο Zidane. Τελικά κατάφερε να τον φέρει στη Μαδρίτη πρόπερσι (2019). Όπως και να ‘χει, όσο υπάρχει Πέρεθ στη Ρεάλ, ο Ζιντάν δεν θα χάσει ποτέ την επιρροή του.
Η στιγμή που τον έχει στιγματίσει αρνητικά είναι αναμφίβολα ο τελικός Γαλλία – Ιταλία, στο Μουντιάλ του 2006, στη Γερμανία. Στο 20ό λεπτό της παράτασης με μία απερίσκεπτη ενέργεια στερεί την ομάδα του από την παρουσία του στο υπόλοιπο του παιχνιδιού, ενώ η Γαλλία ανέβαινε διαρκώς και έμοιαζε θέμα χρόνου να σκοράρει και να πάρει κεφάλι στο σκορ, που ήταν στο 1-1 από την κανονική διάρκεια. Αντιδρώντας στις προκλήσεις του Ιταλού αμυντικού Μάρκο Ματεράτσι, τον ξάπλωσε με μια κουτουλιά, εισπράττοντας την απευθείας κόκκινη του διαιτητή.
Στην καριέρα του αποβλήθηκε 11 φορές, εκδηλώνοντας έναν χαρακτήρα εκρηκτικό, που όταν θεωρήσει ότι οι άλλοι ξεπερνούν τα όρια, δεν έχει πρόβλημα να το κάνει και αυτός. Για το λόγο αυτό κάποιος είχε πει ότι άλλες φορές μοιάζει με τη Μητέρα Τερέζα (ή με Ρωμαιοκαθολικό καλόγερο) και άλλοτε με τρομοκράτη. «Πάνω από όλα είμαι άντρας. Δεν μπορούσα να αφήσω τον Ματεράτσι να βρίζει τη μητέρα μου και τη γυναίκα μου και δεν νιώθω καμία υποχρέωση να του ζητήσω συγνώμη. Ποτέ!». Κοινώς, δεν του αρέσει να πολυπιέζεται.
Ερχόμενοι στο τώρα: Έχοντας ήδη κερδίσει την παρτίδα, ο Ζιντάν μάλλον προτίμησε να μην μπει στο άγνωστο έδαφος που διαμορφώνουν οι νέες συνθήκες και ότι ίσως είναι καλύτερα να αποχωρήσει. Ένας λόγος είναι ότι τα τεράστια επιτεύγματα που έχει πετύχει ως προπονητής της Ρεάλ πολύ δύσκολα θα αμφισβητηθούν από οποιονδήποτε άλλο προπονητή τα επόμενα χρόνια, ο βασικότερος όμως είναι ότι τα αστέρια της ομάδας του έχουν κάνει τον κύκλο τους και είναι και μιας κάποιας ηλικίας. Κάτι που έχει φανεί και από τα αποτελέσματα της Ρεάλ τα τελευταία 2 χρόνια. Η επόμενη μέρα απαιτεί ριζική ανανέωση, δύσκολο project για κάθε προπονητή. Και σίγουρα κάτι περισσότερο θα ξέρει για αυτό από μέσα…
INFO
Έπαιξε στις Κάννες (1987 – 1988), στη Μπορντό (1992 – 1996), στη Γιουβέντους (1996 – 2001), στη Ρεάλ Μαδρίτης (2001 – 2006), ενώ έχει και 108 συμμετοχές στην Εθνική Γαλλίας. Κατέκτησε μεταξύ άλλων το Champions League με τη Ρεάλ (2002), το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 και το Euro του 2000. Κέρδισε τον τίτλο του καλύτερου παίχτη του κόσμου τρεις φορές (1998, 2000, 2003). Ως προπονητής κατέκτησε με τη Ρεάλ 3 Τσάμπιονς Λιγκ: 2015-16, 2016-17, 2017-18. Μεταξύ άλλων πολλών.