Το ταξίδι του Αμερικανού φωτογράφου Andrew Moore στην Κούβα πριν από 30 περίπου χρόνια, αποδείχθηκε μια αποκαλυπτική, δημιουργική και αισθητική εμπειρία που συγκινεί και συναρπάζει.
Από τον Σεπτέμβριο του 1998 έως τον Ιανουάριο του 2001, ο Νεοϋορκέζος Andrew Moore ταξίδεψε στην Κούβα, όπου συναντώντας κατοίκους και φωτογραφίζοντας τους στο αστικό τους περιβάλλον, δημιούργησε ένα τεράστιο οπτικό αρχείο μιας συγκεκριμένης περιόδου στην ιστορία της χώρας, που προβάλλεται μέσω πολλών στοιχείων (αρχιτεκτονικής, τρόπο ζωής κ.λπ.). Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του Moore η Κούβα και οι κάτοικοί της αντιμετώπιζαν τις επιπτώσεις του εμπάργκο των ΗΠΑ και αυτό είχε επιπτώσεις στον τρόπο που ζούσαν οι άνθρωποι.
Ο Moore τύπωσε περισσότερα από 700 έγχρωμα αρνητικά 8 x 10 εκατοστά και μέσα από τον φακό του αποκαλύπτονται όλες οι αντιθέσεις εκείνης της περιόδου. Γιατί το λέμε αυτό; Διότι από την μία το αντικείμενο είναι για παράδειγμα οι ανακτορικές κατοικίες της Κούβας για τις οποίες αντιλαμβάνεσαι τους πολυτελείς εσωτερικούς χώρους με μάρμαρο και επιχρυσωμένες λεπτομέρειες. Από την άλλη όμως, αποκαλύπτονται τα σπασμένα παράθυρα, οι ερειπωμένοι χώροι, το χρώμα που χάνεται, κτήρια που για κάποιους μετατρέπονται σε χρέπια, αλλά για άλλους είναι ένα σύμβολο πολιτισμού που πρέπει να μείνει αναλλοίωτο.
Οι σαγηνευτικές εικόνες του Moore αποτελούν την απόδειξη της δύναμης της αρχιτεκτονικής η οποία παράγει τον τρόπο ζωής μιας κοινότητας. Η Αβάνα είναι χτισμένη κάθετα, με κτήρια που έχουν κεραμοσκεπές, ψηλές οροφές και ψηλά παράθυρα. Όλα αυτά περικυκλώνουν τις κεντρικές αυλές και προσφέρουν ανακούφιση από την έντονη ζέστη και τον ήλιο. «Το φως της ημέρας είναι γενικά σκληρό και δημιουργεί βαθιές σκιές, ενώ τη νύχτα, που πέφτει γρήγορα, η πόλη είναι αρκετά σκοτεινή με λίγο φωτισμό του δρόμου», λέει ο Moore.
Ο Moore γνωρίστηκε με ντόπιους, άκουσε ιστορίες για τη ζωή τους, τις οποίες μετέφρασε ο φίλος του Paquito Vives, κατά την παραγωγή της συλλογής. «Όλοι μας μάθαμε για την πόλη περπατώντας στους δρόμους της, χτυπώντας πόρτες και μιλώντας με τους κατοίκους για την ιστορία της πόλης τους», λέει και προσθέτει. «Οι άνθρωποι συχνά παραπονιόταν για την κατάσταση των σπιτιών τους, αλλά ήταν πάντα φιλικοί και μας προσκαλούσαν ελεύθερα στα σπίτια τους για έναν καφέ και μεγάλες συζητήσεις».
Επαγγελματικά για τον Moore, αυτό το εκπληκτικό σύνολο έργων ήταν η πρώτη του ευκαιρία να συγκεντρώσει χρωματική αρμονία, φυσικό φως, βάθος πεδίου, αφηγηματική λεπτομέρεια, πολιτιστική ιστορία και ανθρώπινη φιγούρα σε μια ενιαία εικόνα. Εμπνεύστηκε από τις φωτογραφίες του Julius Schulman για τη μοντέρνα αρχιτεκτονική των Mid-Century και τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι διαμορφώνονται σε έναν χώρο, μια ανησυχία που είναι ορατή σε όλο το εκτεταμένο έργο του, που περιλαμβάνει με φωτογραφίες τοπίων στη Ρωσία και την Ουκρανία, τη Νέα Υόρκη, το Ντιτρόιτ, τη Βοσνία και αλλού.