Σε έναν κόσμο που απειλείται συνεχώς από την κλιματική κρίση, η βιομηχανία της μόδας είναι χρεωμένη με ένα σημαντικό μερίδιο ευθύνης, περισσότερο ίσως από ό,τι μπορεί κάποιος να φανταστεί.
Μεταβάλλεται με ξέφρενους ρυθμούς και με το μαγικό ραβδάκι του μάρκετινγκ μπορεί να δημιουργεί νέες επιτακτικές ανάγκες: τάσεις που πρέπει να φορεθούν όπως και να έχει. Τι κι αν τα luxury brand names είναι μόνο για όσους έχουν μεγάλη αγοραστική δύναμη; Ακόμα και αυτοί που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις ιλιγγιώδεις τιμές των κομματιών, λαχταρούν λίγη από τη λάμψη των επίζηλων brands. Για να καλυφθεί αυτή η τεχνητή ανάγκη, στο παιχνίδι έχουν μπει και άλλες εταιρείες με φθηνότερα προϊόντα μαζικής κατανάλωσης που αντιγράφουν την εκάστοτε τάση. Προσιτά οικονομικώς ρούχα από χαμηλότερης ποιότητας πρώτες ύλες κατακλύζουν την αγορά. Λαμπερά και πολλά υποσχόμενα, περιτυλιγμένα με την ψευδαίσθηση του εκδημοκρατισμού της μόδας. Όταν αλλάξει η τάση -και αλλάζει γρήγορα-, όταν παλιώσουν ή φθαρούν -και φθείρονται ταχύτατα-, ο κάτοχος μπορεί να τα ξεφορτωθεί χωρίς δεύτερη σκέψη. Αντίθετα, η πρώτη σκέψη είναι ότι μπορεί να αγοράσει ένα καινούριο χωρίς να δαπανήσει πολλά χρήματα.
Οι κατασκευαστές από την πλευρά τους αποσκοπούν σε μαζικές πωλήσεις και λίγο ενδιαφέρονται για την τέχνη, την τεχνική και τη φιλοσοφία που κρύβεται πίσω από τη δημιουργία ενός ρούχου, όπως και για τη βιωσιμότητά του. Κατασκευάζουν προϊόντα με όσο το δυνατόν μικρότερο κόστος εκμεταλλευόμενοι τα πάμφθηνα εργατικά χέρια σε χώρες με εξαιρετικά χαμηλό βιοτικό επίπεδο. Όλα αυτά γίνονται με ταχύτατους ρυθμούς λόγω της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και χωρίς καμία πρόνοια για το περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Για να περιγράψουν αυτό το φαινόμενο, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 οι New York Times χρησιμοποίησαν τον όρο «fast fashion». Έτσι, με δύο λέξεις εξήγησαν την ταχύτητα με την οποία εταιρείες όπως η Zara, έριχναν στην αγορά τα καινούρια τους προϊόντα. Μέσα σε μόνο 15 ημέρες ένα ρούχο περνούσε από όλα τα στάδια παραγωγής μέχρι να καταλήξει στα καταστήματα! Σήμερα, όλα γίνονται ακόμα πιο γρήγορα!
Η επιβάρυνση του περιβάλλοντος
Σε μία από τις πολλές αναλύσεις του Business Inside, αναφέρεται ότι η βιομηχανία της μόδας ευθύνεται για το 10% των συνολικών παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Εξαντλεί τις πηγές νερού, μολύνει τα ποτάμια και τα ρέματα, ενώ κάθε χρόνο το 85% όλων αυτών των υφασμάτων καταλήγει σε χωματερές. Επιπλέον ακόμα και το πλύσιμο των ρούχων απελευθερώνει στον ωκεανό 500.000 τόνους μικροϊνών ετησίως, ποσότητα που ισοδυναμεί με 50 δισεκατομμύρια πλαστικά μπουκάλια!
Παράλληλα άλλες εκθέσεις αποκαλύπτουν ότι η βαφή, η προετοιμασία νημάτων και η παραγωγή των ινών, είναι οι τρεις κύριοι παράγοντες για τη ρύπανση παγκοσμίως. Η παραγωγή ινών έχει τις μεγαλύτερες επιπτώσεις στο νερό και στην ποιότητα των οικοσυστημάτων λόγω της καλλιέργειας βαμβακιού, ενώ τα στάδια βαφής και φινιρίσματος και προετοιμασίας νημάτων έχουν τις μεγαλύτερες επιπτώσεις στην εξάντληση των πόρων, λόγω των ενεργοβόρων διαδικασιών που βασίζονται στην ενέργεια από ορυκτά καύσιμα.
Η τραγική πρόβλεψη της Σύμβασης – Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή, είναι ότι οι εκπομπές μόνο από την κατασκευή κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, αναμένεται να εκτοξευθούν κατά 60% μέχρι το 2030.
Μα πού πάνε όλα αυτά τα ρούχα; Όσα δεν φορούν πια οι πλούσιες χώρες, καταλήγουν στις φτωχότερες, επιβαρύνοντάς τις σε πολλά επίπεδα. Απέραντες, ακατοίκητες περιοχές (συχνά κοντά σε πόλεις) των αναπτυσσόμενων χωρών καταλήγουν να γίνονται χωματερές όπου απορρίπτεται ρουχισμός που κανείς δεν θέλει. Έτσι, βλέπουμε για παράδειγμα τα εντυπωσιακά φαράγγια και τις κοκκινωπές κορυφές της ερήμου Atacama (φωτό) στη βόρεια Χιλή, να πνίγονται από ατελείωτους τόνους υφασμάτινων σκουπιδιών και άλλων υλικών όπως πλαστικά κουμπιά.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σε αφρικανικές χώρες όπως η Γκάνα, όπου προωθείται ένας δυσθεώρητος αριθμός μεταχειρισμένων ρούχων για μεταπώληση στις τοπικές αγορές. Όμως οι τεράστιες ποσότητες που φτάνουν εκεί, είναι κατά κύριο λόγο κάκιστης ποιότητας. Υπολογίζεται ότι περισσότερο από το 40% κάθε δεματιού, ταξιδεύει μέχρι αυτές τις χώρες μόνο και μόνο για να πεταχτεί στα σκουπίδια, ένας έμμεσος τρόπος για να ξεφορτωθεί η Δύση μέρος των απορριμμάτων της χωρίς επιπτώσεις.
Η επιβάρυνση της κοινωνίας
Η γρήγορη μόδα δεν έχει μόνο περιβαλλοντικές επιπτώσεις, αλλά και κοινωνικές. Σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ (2018) υπάρχουν ενδείξεις αναγκαστικής και παιδικής εργασίας στη βιομηχανία μόδας σε Αργεντινή, Μπαγκλαντές, Βραζιλία, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία, Φιλιππίνες, Τουρκία, Βιετνάμ και άλλες χώρες. Το φθηνό εργατικό δυναμικό, οι τεράστιες φοροαπαλλαγές και οι επιεικείς νόμοι και κανονισμοί επιτείνουν το πρόβλημα.
Η μεταπώλησή τους στις αναπτυσσόμενες χώρες επιδρά αρνητικά και στην εγχώρια παραγωγή ρούχων. Σχεδιαστές, βιοτεχνίες, εργάτες, καταστηματάρχες και όσοι άλλοι δραστηριοποιούνται στον κλάδο, δεν αντέχουν την πίεση που ασκείται από τα παζάρια των μεταχειρισμένων. Άλλωστε τα φτωχά στρώματα, που έχουν αυξημένες ανάγκες αλλά πολύ χαμηλά εισοδήματα, επιδιώκουν να καλύψουν τις ανάγκες σε ένδυση και υπόδηση με όσο το δυνατόν λιγότερα χρήματα. Γεγονός που κάνει αυτές τις αγορές να είναι μονόδρομος…