Με αυτοκίνητα, αεροπλάνα και βαπόρια ψάχνουμε την (ολιγοήμερη) διαφυγή που θα μας βοηθήσει να κάνουμε restart και να αντέξουμε τον χειμώνα που θα ακολουθήσει.
Το καλοκαίρι έφτασε, εμπρός βήμα ταχύ, τραγουδούσε το 1991 ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, όχι τόσο για να υμνήσει τις χάρες του θέρους, όσο για να σχολιάσει με βιτριολικό χιούμορ την ελληνική κοινωνία. Τη δεκαετία του ‘90 η Ελλάδα -για την ακρίβεια τα μεγάλα αστικά κέντρα και κυρίως η Αθήνα- παρέλυε από την πρώτη μέχρι και την τελευταία ημέρα του Αυγούστου. Ήταν ακόμα η εποχή που οι ελληνικές διακοπές διαρκούσαν πάνω κάτω έναν ολόκληρο μήνα στα χωριά, τα εξοχικά, τα φιλικά σπίτια και σε υποτυπώδη rooms to let.
Αν και πλέον οι ημέρες που πάμε διακοπές έχουν συρρικνωθεί, εξακολουθούμε να περιμένουμε με λαχτάρα αυτές τις λίγες ημέρες. Λογικό να θέλουμε τη διαφυγή από την καθημερινότητα κάνοντας shut down, όταν όλο τον υπόλοιπο χρόνο βρισκόμαστε στη μέγγενη των υποχρεώσεων.
Έτσι λοιπόν με αυτοκίνητα, αεροπλάνα και βαπόρια ψάχνουμε ολιγοήμερη διαφυγή που τη δικαιούμαστε και με μάλιστα με τη βούλα (του νόμου) μαζί με το ανάλογο επίδομα. Ως γνωστόν, δεν μας χαρίστηκε αλλά είναι αποτέλεσμα των συλλογικών αγώνων του εργατικού κινήματος -ένα δικαίωμα που κατακτήθηκε με πολύ κόπο- όμως αυτά ανήκουν στη σφαίρα άλλης θεματολογίας. Να πούμε, μόνο, ότι οι πρώτοι που καθιέρωσαν δια νόμου τις διακοπές ήταν οι Γάλλοι το 1936, και μάλιστα, η τότε αστική τάξη φάνηκε να τρομάζει στην ιδέα ότι ξαφνικά έπρεπε να συγχρωτιστεί με το προλεταριάτο σε παραλίες, ξενοδοχεία και εστιατόρια. Δύο χρόνια μετά ακολούθησε η Αγγλία και σύντομα, όλος ο κόσμος -με μια διακοπή λόγω του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Καλά όλα αυτά, όμως προκύπτει το ερώτημα ποιος «εφηύρε» τις διακοπές τελικά, και πότε; Σύμφωνα με μια εκδοχή αυτοί που ξεκίνησαν να ταξιδεύουν πρώτοι ήταν οι πλούσιοι Ρωμαίοι, καθώς ο στρατός της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εξασφάλιζε την ομαλότητα των ταξιδιών εν καιρώ ειρήνης. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, τα ταξίδια αναψυχής φαίνεται ότι σταμάτησαν. Άλλωστε οι συνθήκες ήταν τέτοιες που κανείς δεν μπορούσε να είναι βέβαιος ότι θα φτάσει στον τελικό προορισμό του. Τον 17ο αιώνα οι Ευρωπαίοι ευγενείς άρχισαν να περνούν περισσότερο χρόνο σε περιοχές με εύκρατο κλίμα και ταξίδευαν για μεγάλα διαστήματα στις εξωτικές αποικίες και άλλοι ξεκαλοκαίραζαν στις θερινές κατοικίες τους κάπου στην εξοχή.
Και εγένετο η βιομηχανική επανάσταση, η οποία προκάλεσε έναν σημαντικό οικονομικό, κοινωνικό και τεχνολογικό μετασχηματισμό εξελίσσοντας παράλληλα και τον τομέα των μεταφορών – μετακινήσεων. Οι βελτιώσεις στις μετακινήσεις συνέβαλαν στη γέννηση της αναψυχής, των νέων μορφών ψυχαγωγίας και ταξιδιών. Το αγαπημένο μέσο εκείνη την εποχή ήταν το τρένο, καθώς τα σιδηροδρομικά δίκτυα συνέδεαν την Ευρώπη με άλλα μέρη του κόσμου. Πλούσιοι και φτωχοί ταξίδευαν με τον ίδιο τρόπο, αν και με σαφώς διαφορετικές συνθήκες ανάλογα με το βαλάντιό τους.
Ας πάμε λίγο πιο μετά, και συγκεκριμένα στον 19ο αιώνα όταν δημιουργήθηκαν τα πρώτα ταξιδιωτικά γραφεία. Πρωτοπόρος ήταν η Thomas Cook & Son, η πρώτη που πρόσφερε εκδρομές και διακοπές για γκρουπ, που περιλάμβαναν εισιτήρια μεταφοράς, διαμονής και φαγητού, κάνοντας έτσι το κόστος χαμηλότερο, αυτά που σήμερα λέμε «πακέτα διακοπών».
Αργότερα, στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, η τουριστική βιομηχανία συνέχισε να αναπτύσσεται χάρη στη μαζική παραγωγή λεωφορείων και αυτοκινήτων. Ο παράκτιος τουρισμός άρχισε να γίνεται όλο και πιο δημοφιλής, ενώ αρκετά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι ακτές της Μεσογείου γνώρισαν μεγάλη δημοτικότητα. Στο μεταξύ, η εξέλιξη στις αεροπορικές μεταφορές, η πρόοδος στην εργατική νομοθεσία και η αύξηση της κοινωνικής πρόνοιας οδήγησαν σε έκρηξη του τουρισμού. Η πετρελαϊκή κρίση τη δεκαετία του ‘70 ανέκοψε για λίγο τη ραγδαία αύξηση του τουρισμού, όμως ο κλάδος ανέκαμψε και πάλι. Σήμερα, τίποτα δεν μας σταματά. Η πρόσβαση στην πληροφορία, η αναβάθμιση των υπηρεσιών και η ανάπτυξη των μετακινήσεων μας προσφέρουν μια τεράστια γκάμα επιλογών και έστω και αν πρόκειται να λείψουμε μόνο για λίγε ημέρες.