Η αναζήτηση ενός επιθετικού προσδιορισμού για να περιγραφεί ο σύγχρονος καπιταλισμός και οι συνεχείς μεταλλάξεις του, κάθε μια από τις οποίες είναι συνήθως πιο επιθετική από τις προηγούμενες, έχει εξελιχθεί από τους διανοητές του δυτικού κόσμου σε ένα παιχνίδι ταχύτητας. Ο πιο γρήγορος κατοχυρώνει το δικό του επίθετο δίπλα στην πασίγνωστη λέξη. Όπως και αν τον πεις, όμως, η ψυχή του παραμένει η ίδια.
Από το μακρινό 1998 και το προφητικό βιβλίο «Turbo–Capitalism: Winners & Losers in the Global Economy» του ρουμανικής καταγωγής Edward Luttwak, ο καπιταλισμός βαφτίστηκε πολλάκις. Ο «τουρμποκαπιταλισμός» αναφερόταν στο ξέφρενο τρέξιμο του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τους κινδύνους που εγκυμονούσε. Δέκα χρόνια μετά, η κρίση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ επιβεβαίωσε -εν μέρει- τον ρηξικέλευθο διανοητή.Το 1999 το βιβλίο «Natural Capitalism: Creating the Next Industrial Revolution» των Paul Hawken, Amory Lovins και Hunter Lovins, καλούσε τις επιχειρήσεις να πάψουν να λειτουργούν με τα πρότυπα της πρώτης Βιομηχανικής Επανάστασης. Οι συγγραφείς αντιλαμβάνονταν μια πραγματικότητα στην οποία το πλεόνασμα του ανθρώπινου δυναμικού θα έρθει σε αντίθεση με την έλλειψη φυσικών πόρων. Και φυσικά καλούσαν τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν σε έναν «φυσικό καπιταλισμό» για το καλό για τον πλανήτη.
Το 2007, το βιβλίο «The Shock Doctrine: The Rise of Disaster Capitalism» της Καναδής δημοσιογράφου Naomi Klein ερμήνευε την ικανότητα του «καταστροφικού καπιταλισμού» να αξιοποιεί φυσικές (κι όχι μόνο) καταστροφές όπως ο τυφώνας Κατρίνα (Νέα Ορλεάνη, 2005) ή το τσουνάμι της Ασίας (2004) για να δημιουργήσει νέες δουλειές σε περιοχές που έχουν ανάγκη κεφαλαίων για να σταθούν στα πόδια τους.
Το 2016, ο Καναδός Nick Srnicek, λέκτορας Ψηφιακής Οικονομίας στο King’s College στο Λονδίνο με το βιβλίο του «Platform Capitalism» εξετάζει το φαινόμενο της ανάπτυξης και κατίσχυσης μιας νέας γενιάς επιχειρήσεων που συγκροτούν έναν «πλατφορμοκαπιταλισμό», όπου το λογισμικό και το hardware προσφέρονται από έναν πάροχο σε εκατομμύρια χρήστες με κορυφαία παραδείγματα την Uber και την Airbnb.
Πρόπερσι, πολύ πριν η ανθρωπότητα βιώσει τις νέες μορφές περιορισμού κι ελέγχου που ζούμε όλοι μας, η Αμερικανή Shoshana Zuboff, καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας στο Χάρβαρντ, στο βιβλίο της «The Age of Surveillance Capitalism: The Fight for a Human Future at the New Frontier of Power» περιγράφει έναν «καπιταλισμό επιτήρησης» όπου, με την ανοχή αν όχι την αποδοχή της κοινωνίας, προβλέψεις για τη συμπεριφορά τμημάτων του πληθυσμού θα αγοράζονται και θα πωλούνται, ενώ η παραγωγή αγαθών θα προκύπτει μέσα από συμπεριφορικά μοντέλα.
Μέσα στο 2020 κυκλοφόρησαν δύο νέα βιβλία αφιερωμένα στο μελλοντικό πρόσωπο του καπιταλισμού, προετοιμάζοντας το κοινό για τις εποχές που έρχονται αλλά και για τη μορφή που θα λάβει ή θα πρέπει να λάβει ο καπιταλισμός στο εγγύς μέλλον.
Ο συντηρητικός επιχειρηματίας Steve Melink, ο οποίος δραστηριοποιείται στο χώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, θορυβημένος από την επιμονή του Ντόναλντ Τραμπ να αγνοεί τη βιομηχανία πράσινης ενέργειας, κυκλοφόρησε το «Fusion Capitalism: A Clean Energy Vision for Conservatives», στο οποίο προσπαθεί να ανοίξει τα μάτια των Ρεπουμπλικάνων και να ξεκολλήσει τους συντηρητικούς από την αμάθεια σχετικά με τις τεχνολογίες που αλλάζουν όχι μόνο την έννοια της ενέργειας αλλά και του ίδιου καπιταλισμού που τώρα έχει την ευκαιρία να αξιοποιήσει την καθαρή ενέργεια. Ίσως για να ξεπλύνει, θα λέγαμε εμείς, τη βρωμιά που αφήνει πίσω της η οικονομία των ορυκτών καυσίμων.
Τέλος, στο «Moral Capitalism: Why Fairness Won‘t Make Us Poor», ο βραβευμένος με Πούλιτζερ Αμερικανός δημοσιογράφος Steven Pearlstein αποτιμά τη γρήγορη κούρσα του καπιταλισμού των τελευταίων 30 χρόνων, στιγματίζει την έλλειψη πίστης του μέσου Αμερικανού στην ελεύθερη αγορά που έχει προκαλέσει ο ανήθικος καπιταλισμός της φοροδιαφυγής, της εξαπάτησης των καταναλωτών και της ερημοποίησης των κοινωνικών δομών, και ζητά την επιστροφή του κοινωνικού κεφαλαίου και του ηθικού καπιταλισμού που θα (ξανα)σώσει την Αμερική.