Είναι ξεκάθαρα ζήτημα δημοκρατίας και το ερώτημα τίθεται ευθέως: Ο κάθε ποδοσφαιριστής ή αθλητής, έχει το δικαίωμα να μιλάει δημοσίως ή πρέπει μόνο να παίζει και να βγάζει το σκασμό, επειδή παίρνει πολλά λεφτά;
Ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος με τον Κώστα Μανωλά είναι δυο διεθνείς Έλληνες αμυντικοί που αγωνίζονται στον Ολυμπιακό και προέρχονται από θητεία σε σπουδαίες ομάδες του εξωτερικού, την Άρσεναλ και τη Νάπολι. Μίλησαν για την κατάντια της εθνικής επί Άγγελου Αναστασιάδη και έκτοτε, δεν ξανακλήθηκαν στην εθνική ομάδα! Ούτε από τον αντικαταστάτη του Αναστασιάδη Ολλανδό Τζόνι Φαν’ τ Σιπ, ούτε από τον τωρινό, Ουρουγουανό, Γουστάβο Πογέτ.
Ο Δημήτρης Σιόβας μίλησε κι αυτός μετά το νικηφόρο ματς επί της Σλοβενίας την προπερασμένη Κυριακή και τέθηκε εκτός πλάνων. Και τι είπε; Ότι στην εθνική ομάδα πρέπει να παντρεύεται η εμπειρία με τα νιάτα. Ανέφερε, χαρακτηριστικά, ότι ο νεαρός κεντρικός μπακ της ΑΕΚ, Σβάρνας, πολλά θα είχε να μάθει, αν έπαιζε δίπλα στον Κώστα Μανωλά. Είπε τίποτα κακό; Να το θέσουμε αντίστροφα: Αν ο Παπασταθόπουλος δεν είχε καταφερθεί εμμέσως
-πλην σαφώς- εναντίον του Αναστασιάδη, ο συμπαθής τεχνικός θα εξακολουθούσε να βρίσκεται ακόμα στο τιμόνι της εθνικής.
Ο Αναστασιάδης αποπέμφθηκε μαζί με τον Παπασταθόπουλο και τον Μανωλά. Δίκαιο δεν μπορεί να είχαν και οι δυο πλευρές. Ένας το είχε. Αποδείχθηκε ότι το είχαν οι δυο Έλληνες παίκτες.
Είναι λοιπόν, ζήτημα δημοκρατίας; Πρέπει ή όχι, να έχουν το δικαίωμα της γνώμης τους οι παίκτες; Δυστυχώς, επί των ημερών μας, τίθενται και τέτοια ερωτήματα. Αν, δηλαδή, κάποιος δικαιούται δια να ομιλεί. Η απάντηση είναι ότι πρέπει να ομιλεί, αλλά να παράλληλα να προσχωρεί στην απόφαση του προπονητή, να μην επιδιώκει ετσιθελικά να περάσει τη γνώμη του.
Εντός γηπέδου, όμως, θα πρέπει να λειτουργεί η απόφαση του προπονητή, που έχει και την ευθύνη. Κάτι σαν «δημοκρατικός συγκεντρωτισμός», ας πούμε. Οι ποδοσφαιριστές, όμως, έχουν υποχρέωση να μιλούν, διότι ο προπονητής δεν είναι Πάπας. Σε συλλογικό επίπεδο, οι ποδοσφαιριστές, οι μπασκετμπολίστες κ.λπ., δεν είναι όντα, αλλά περιουσιακό στοιχείο. Παίζουν και μιλούν, γιατί αυτό περιλαμβάνεται στην συμφωνία με τα συνδρομητικά κανάλια. Και λένε κλισέ εκφράσεις. Πιο ανούσιες, πεθαίνεις.
Αν ένα Μέσο ενδιαφερθεί για μια συνέντευξη, θα πρέπει πρωτίστως να απευθυνθεί στο γραφείο Τύπου, που συνήθως απαρτίζουν επαγγελματίες δημοσιογράφοι. Δεν είναι σίγουρο ότι θα δεχτεί η ομάδα να δώσει συνέντευξη ένας παίκτης της. Εξαρτάται από τον βαθμό φιλίας προς την ομάδα. Ειδικά σε μία εποχή, όπου οι ιδιοκτήτες των μεγάλων ομάδων είναι και μιντιάρχες. Το λες και «κατευθυνόμενη δημοκρατία». Μη δημοκρατία, δηλαδή.
Φυσικά, αν δοθεί η άδεια, ο αθλητής είναι «δασκαλεμένος» να πει τετριμμένα πράγματα και ο δημοσιογράφος ακόμα πιο τετριμμένα και αφού – σε πολλές περιπτώσεις- εγκριθούν οι ερωτήσεις του. «Πώς αισθάνεσαι που νικήσατε;», κλασική αντι- εννοιολογική ερώτηση και η απάντηση εξ ίσου «είμαι πολύ χαρούμενος πουν κερδίσαμε». Δηλαδή, θα μπορούσε να είναι λυπημένος για την νίκη; Το λες και επίφαση δημοκρατίας ή επιδερμική, η ψευτοδημοκρατία.
Από μόνος του να δώσει συνέντευξη ο ποδοσφαιριστής χωρίς την άδεια της ομάδας είναι κολάσιμη πράξη και τιμωρείται με βάση τον εσωτερικό κανονισμό. Δεν δικαιούται δια να ομιλεί και ομίλησε.
Το, δε, συνδικαλιστικό όργανο των ποδοσφαιριστών, ο ΠΣΑΠ για την Ελλάδα και το παγκόσμιο FIFPro δεν ασχολήθηκαν ποτέ με την ελευθερία του λόγου των μελών τους. Δικαιούνται δια να ομιλούν, αλλά δεν ομιλούν. Το λες και ευνουχισμένη δημοκρατία.
Διαβάστε επίσης
Γκουστάβο Πογέτ: «Εδώ δεν έχω έρθει για ρηλάξ»
Τάσος Μπακασέτας: «Στην Τουρκία έχω εισπράξει πολλή αγάπη»