Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης ήταν συνυφασμένη με την οικονομία και την πολιτική, από τις πρώτες κιόλας διοργανώσεις και την εποχή του Βενιζέλου. Τώρα, βέβαια, έχουν αγριέψει τα πράγματα…
Όλα αυτά τα χρόνια, η ΔΕΘ αποτέλεσε τον πιο σπουδαίο εκθεσιακό θεσμό της χώρας, ένα σύμβολο περιφερειακής ανάπτυξης που ανέδειξε τη Θεσσαλονίκη σε διεθνές επιχειρηματικό σταυροδρόμι, συνεισφέροντας ουσιαστικά στην ελληνική οικονομία. Πέραν από διαχρονικό αναπτυξιακό όχημα της πόλης και ευρύτερα της Μακεδονίας, η ΔΕΘ αποτέλεσε κόμβο οικονομικής συνάντησης και εμπορικών συναλλαγών για τις περισσότερες χώρες του πλανήτη με αμφίδρομες ωφέλειες. Εκτός από όλες τις βαλκανικές (της Αλβανίας συμπεριλαμβανομένης) και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία, Ουγγαρία κ.ά.), τις γειτονικές (Ιταλία, Αίγυπτο, Τουρκία κ.λπ.), τις υπερδυνάμεις (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ – Ρωσία) και τις άλλες μεγάλες δυνάμεις (Ιαπωνία, Κίνα, Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία), στην έκθεση έχουν συμμετάσχει επίσημα, χώρες όπως το Βέλγιο, η Δανία, η Ελβετία, η Νορβηγία, η Φινλανδία, η Ταϊβάν, η Αργεντινή, η Αυστραλία, η Βραζιλία, τα Αραβικά Εμιράτα, η Ινδία, το Ιράκ, το Ισραήλ, ο Λίβανος, το Καμερούν, το Κογκό, η Νέα Ζηλανδία, η Νότια Αφρική, η Ινδονησία, η Κούβα, το Κουβέιτ, η Ακτή Ελεφαντοστού, η Μαλαισία, το Σουδάν, η Χιλή, η Νιγηρία, το Πακιστάν, η Συρία, η Μπουρκίνα Φάσο, σε ένα ζωηρό ψηφιδωτό συνθέσεων και αντιθέσεων, ένα χωνευτήρι κοσμοπολιτισμού που προσέφερε πάμπολλες ευκαιρίες γνωριμίας με τα προϊόντα ξένων χωρών και κυρίως τη βιομηχανία τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στη ΔΕΘ ανάγεται το λανσάρισμα εκατοντάδων εισαγόμενων προϊόντων, όπως για παράδειγμα το αρνίσιο κρέας Νέας Ζηλανδίας που προσφερόταν κάποτε για γευστική δοκιμή από το περίπτερο της μακρινής χώρας. Μέσω της ΔΕΘ οι ντόπιοι επιχειρηματίες αγόραζαν μηχανήματα από τους ξένους εκθέτες και εκσυγχρόνιζαν τις επιχειρήσεις τους, ενώ οι έλληνες εκθέτες ανακάλυπταν καινούριους εξαγωγικούς δρόμους για τα προϊόντα τους. Οι εμπορικές πράξεις που πραγματοποιούνταν κάθε χρονιά μέσα στα περίπτερα ανέρχονταν σε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια, ενώ ιδιαίτερα ωφελημένος ήταν (και είναι) ο ξενοδοχειακός κλάδος και οι συναφείς επιχειρήσεις. Η ΔΕΘ έδινε και δίνει ζωή στην πόλη και την οικονομία της περιοχής.
Αλλά έκθεση σημαίνει και πολιτική. Οι επισκέψεις των πολιτικών τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της ήταν περισσότερο εθιμοτυπικές και λιγότερο πολιτικές. Από τη μεταπολίτευση και μετά πήραν την έντονα κομματική μορφή που έχουν σήμερα, μορφή που μετατρέπει πρόσκαιρα την έκθεση σε θέρετρο πολιτικών αντιπαραθέσεων. Στα εγκαίνια και κατά τις τρεις, τουλάχιστον, πρώτες μέρες της Έκθεσης παρίστανται παραδοσιακά οι κορυφαίοι εκπρόσωποι κυβέρνησης και αντιπολίτευσης και τοπικοί παράγοντες (πολιτικοί και μη), αποδίδοντας πραγματικά στη Θεσσαλονίκη τον τίτλο της συμπρωτεύουσας -έστω και για λίγο.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν ο πρώτος έλληνας πρωθυπουργός που επισκέφθηκε την έκθεση, το 1928. Το παράδειγμα του θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια όλοι, σχεδόν, οι κορυφαίοι έλληνες πολιτικοί και αξιωματούχοι. Πρωθυπουργοί, Πρόεδροι της δημοκρατίας, βασιλείς, διάδοχοι, στρατάρχες, δικτάτορες, επισκέπτονταν την έκθεση με κάθε επισημότητα, τελούσαν τα εγκαίνια και περιηγούνταν στα περίπτερα. Την ίδια στιγμή, τα περίπτερα των διάφορων χωρών και τα εκθέματά τους λειτουργούσαν ως καθρέπτες της προόδου τους –μία άλλη πολιτική διάσταση της Έκθεσης, ιδιαίτερα σημαντικής τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου και ως την πτώση της κομουνιστικού μπλοκ. Ακόμη και Αμερικανοί και Σοβιετικοί αστροναύτες επισκέφτηκαν τη ΔΕΘ για να παρουσιάσουν από κοντά τα επιτεύγματα των χωρών τους στο διάστημα!
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 ξεκινάει ο μετασχηματισμός της ΔΕΘ σε βήμα προγραμματικών δηλώσεων για την οικονομία της χώρας. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θα εγκαινιάσει την έκθεση του 1956 κάνοντας εκτενή αναφορά στην οικονομική πολιτική που σκόπευε να ακολουθήσει, ενώ το 1975 ο ίδιος, νικητής των πρώτων εκλογών μετά τη δικτατορία, θα εξαγγείλει το Πενταετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης, που όπως τόνιζε, καμία σχέση δεν είχε με τα σαθρά, σχεδόν ταυτώνυμα, προγράμματα της θλιβερής επταετίας.
Η μεταπολίτευση αποτελεί ορόσημο, καθώς σηματοδοτεί το πέρασμα του πολιτικού «σκέλους» της Έκθεσης από την εθιμοτυπία στην πολιτική επικοινωνία. Έκτοτε, ο εκάστοτε πρωθυπουργός όχι μόνο εγκαινιάζει την Έκθεση, όχι μόνο κάνει αισθητή την παρουσία του με την καθιερωμένη ομιλία του, αλλά προβαίνει στις εξαγγελίες για την οικονομική πολιτική που προτίθεται να ακολουθήσει, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι όλα τα «μάτια» της χώρας είναι στραμμένα πάνω του. Από το βήμα της Έκθεσης, πρωθυπουργοί και αρχηγοί κομμάτων συνέβαλαν στο να ηχούν πιο οικείες στα αυτιά του εκλογικού σώματος λέξεις όπως «εισοδηματική πολιτική», «παροχές», «τιμάριθμος», «πληθωρισμός», «ισοζύγιο», «λιτότητα», «σύγκλιση», «ΕΟΚ», «ΟΝΕ», «εκσυγχρονισμός», αλλά και άλλες να κάνουν τζιζ: «Μνημόνιο», «ΔΝΤ», «Μακεδονία». Από την άλλη, στους δρόμους έξω από την έκθεση, ανήμερα των εγκαινίων, το πολιτικό θερμόμετρο ανεβαίνει κατακόρυφα λόγω και των όχι σπάνιων αντιδράσεων διάφορων επαγγελματικών και κοινωνικών ομάδων, που επιχειρούν να εκφράσουν τις απόψεις τους και να ασκήσουν πίεση στην Κυβέρνηση εκ του σύνεγγυς. Οι διαδηλώσεις και ο κλισέ τίτλος «Φρούριο η ΔΕΘ με χιλιάδες αστυνομικούς» που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια στα Media μιλάει εύγλωττα για την έντονη πολιτική διάσταση που έχει πάρει η ΔΕΘ τον 21ο αιώνα.