Νέες αφίξεις και νέα εστιατόρια στην Αθήνα και σε όλη την Ελλάδα που βασίζονται και υμνούν την premium κρεατοφαγία. Ένα φαινόμενο με λόγους και αιτίες.
Μέσα σε διάστημα μερικών μόλις εβδομάδων, τουλάχιστον πέντε νέα εστιατόρια αφιερωμένα ή προσανατολισμένα στην κρεατοφαγία άνοιξαν τις πόρτες τους για το αθηναϊκό κοινό, υποσχόμενα γευστικές απολαύσεις υψηλού επιπέδου. Από ότι μαθαίνουμε και στην υπόλοιπη χώρα, το μεγαλύτερο ποσοστό των νέων εστιατορίων (καθώς και μεγάλο τμήμα των street food καταστημάτων), έχουν ως κεντρική αναφορά τους το κρέας.
Τα δύο νέα καταστήματα Drakoulis Dry & Raw σε Κηφισιά και Χαλάνδρι, του κρεοπώλη κι επιχειρηματία Στράτου Δρακούλη, το Macelleria στην Κηφισιά, του επιχειρηματία Γιώργου Καπνάκη, το The Amorous Project στην Κηφισιά του ομίλου nice n’ easy, το Brutus Tavern στο Κολωνάκι του επιχειρηματία Γιάννη Μωράκη, είναι μερικά μόνο από τα νέα κρεατοφαγικά εστιατόρια που ρίχνονται αυτό το διάστημα στη μάχη της γεύσης. Που οφείλεται αυτή η εμμονή; Για πιο λόγο αυτή η «επιστροφή του κρέατος;».
Σύμφωνα με επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης η επανάκαμψη της κρεατοφαγίας μετά τη διακοπή λόγω κορωνοϊού οφείλεται στο γεγονός ότι η σχέση του Έλληνα με το ποιοτικό κρέας, ειδικά το μοσχαρίσιο αλλά και τον μαύρο χοίρο, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα. Δεν έχει κάνει δηλαδή τον κύκλο της ως μια σχέση γνωριμίας, έρωτα και αγάπης. Οι Έλληνες άργησαν να εισέλθουν στην υψηλή γαστρονομία κι άργησαν ακόμα περισσότερο να γνωριστούν με το ποιοτικό βόειο κρέας. Οι ειδικές κοπές που εισήχθησαν στην κουζίνα μόλις τα τελευταία χρόνια, έχουν να μαγέψουν ακόμα δεκάδες χιλιάδες Έλληνες. Brisket, rib eye, Tomahawk Black Angus, flat iron steak, skirt steak κ.ά. είναι μερικές από τις κοπές του βόειου κρέατος που άρχισαν λατρεύουν οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τόσο τα προαναφερθέντα όσο και τα υπόλοιπα αμιγώς κρεατοφαγικά εστιατόρια που δημιουργήθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια, δεν απευθύνονται στο ευρύ κοινό, παρά το γεγονός ότι η αναζήτηση ποιοτικού κρέατος αφορά πολύ περισσότερους Έλληνες σήμερα σε σχέση με πριν 5 ή 10 χρόνια. Μια ωριμασμένη σταβλίσια μπριζόλα ή ένα κομμάτι Wagyu Ιαπωνίας δεν είναι προς το παρόν στις δυνατότητες κάθε ανθρώπου. Μια μπριζόλα Bistecca Fiorentina, dry–aged Porterhouse (περίπου ένα κιλό) που σε κάποιο από τα προαναφερόμενα εστιατόρια κοστίζει 75 ευρώ, δεν ανήκει στη γαστρονομική σφαίρα της πλειονότητας των Ελλήνων. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι η τάση της ποιοτικής κρεατοφαγίας θα ανακοπεί. Οι ειδήμονες πιστεύουν το αντίθετο. Η αγορά το αποδεικνύει και υπό τις παρούσες συνθήκες.
Αν κάτι μάλιστα μπορεί να είναι παρήγορο για τους φίλους της κρεατοφαγίας είναι το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί το εστιατορικό μοντέλο της προσιτής ποιοτικής κρεατοφαγίας, όπως π.χ. η αλυσίδα Iron Flat του δαιμόνιου Βρετανού σεφ Charlie Carroll ο οποίος υπόσχεται και το πετυχαίνει μέχρι στιγμής, να προσφέρει πολύ ποιοτικά κρέατα, από συνεργαζόμενες φάρμες, σε εξαιρετικά ανταγωνιστικές τιμές που σπανίως ξεπερνούν τις 20 λίρες το πιάτο.
Διαβάστε επίσης
Matsusaka, το διαμάντι του κρέατος