Τα πανό των γηπέδων είναι σαν τον τοίχο του Λοϊζου. Άλλος τα έγραψε με στυλομπογιά στα κιτάπια του όπως ο Ζαν Πολ Σαρτρ, «το ποδόσφαιρο είναι μια μεταφορά της ζωής» κι ο Σέρτζιο Τζιβόνε που το αντέστρεψε, «η ζωή είναι μια μεταφορά του ποδοσφαίρου».
Άλλος το κρέμασε στα χείλη εκατομμυρίων οπαδών, όπως ο Τσε Γκεβάρα. «Το ποδόσφαιρο δεν είναι ένα απλό άθλημα, είναι το όπλο της επανάστασης». Κι ένας άλλος, το πανό το έκανε πολιτικό κόμμα, όπως ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, το «Φόρτσα Ιτάλια».
Στα ελληνικά γήπεδα, πολιτικοποιημένα πανό δεν υπάρχουν. Είναι πανό χυδαιότητας, διχασμού, στήριξης ακόμα και φυλακισμένων δολοφόνων. Δεν εμπεριέχουν κάποιο κοινωνικό μήνυμα, παρά έναν αρρωστημένο εγωκεντρισμό, μίσος και είναι 100% κατευθυνόμενα από επιτήδειους που ποδηγετούν τις άμυαλες μάζες των φωνασκούντων, για ίδιον όφελος.
Αλήθεια, τι θα έλεγε σήμερα για όλα αυτά ο Γάλλος είρωνας μέχρι αηδίας του ποδοσφαίρου φιλόσοφος Ζαν Μποντριγιάρ που κι αυτός έγραψε «αντιπανό» πως τάχα «η εξουσία είναι πάντα ευτυχισμένη κάνοντας το ποδόσφαιρο φορέα μιας διαβολικής μεθόδου για την αποβλάκωση των μαζών»…
Τα πανό με πολιτικό περιερχόμενο στα γήπεδα του κόσμου είναι μία ιστορία αντίστασης, απαγορεύσεων, αίματος, προπαγάνδας, αλλά και αίσθησης πνευματικής υπεροχής ή πολιτικής πράξης. Για παράδειγμα, όσον αφορά στο τελευταίο, την ιταλική Κροτόνε, πιθανώς να την γνωρίζετε από το Στοίχημα. Η Κροτόνε φέρει το όνομα μιας αρχαιοελληνικής πόλης στον ιταλικό νότο. Κρότων. Όταν παίζει η ομάδα μπάλα, μονιασμένες 20.000 φωνές σηκώνουν πανό με σύνθημα «salutate la magna Grecia». Δηλαδή, «υποκλιθείτε στη μεγάλη Ελλάδα». Τι υπονοούν; Αυτό που έγραψε ο μεγάλος Ρωμαίος λυρικός Οράτιος: «Οι Ρωμαίοι κατέκτησαν την Ελλάδα με τα όπλα κι οι Έλληνες τη Ρώμη με τον πολιτισμό».
Οι Βάσκοι με τους Καταλανούς, μπορούν να θεωρηθούν κι ως οι «πατεράδες» των συνθημάτων των πανό στα γήπεδα. Και μέγιστος αντιγραφέας αυτών, ποιος λέτε; Το κορόιδο των Ελλήνων, ο Μπενίτο Μουσολίνι! Στον ισπανικό εμφύλιο (1936 – 39), Βάσκοι και Καταλανοί κρεμούσαν πανό στην κερκίδα και φώναζαν συνθήματα κατά του φονέα της δημοκρατίας δικτάτορα Φράνκο. Όχι εντός ισπανικού εδάφους, όμως, αλλά στο Μεξικό και την Αργεντινή. Εκεί είχαν μεταναστεύσει οι ποδοσφαιρικές ομάδες της Βασκονίας και η Μπαρτσελόνα. Έδιναν φιλικά ματς και μάζευαν λεφτά για την αντίσταση. Στα 1938 κάποιοι «παράνομοι» Βάσκοι σήκωσαν πανό για «λευτεριά» κι εντός Βασκονίας. Η αστυνομία του Φράνκο έψαχνε από σπίτι σε σπίτι να βρει το πανό.
Την ίδια εποχή, ο Μπενίτο πληροφορήθηκε τι γινόταν πέρα από τον Ατλαντικό και σαν δικτάτορας που σέβεται τον εαυτό του, έφτιαχνε ένα τεράστιο πανό για την έναρξη του Μουντιάλ του ’38, που έγινε στη Γαλλία. «Νίκη ή θάνατος».
Να το βλέπουν οι Ατζούρι του κι οι θεατές στην κερκίδα. Κέρδισε την κούπα. Τέσσερα χρόνια πριν, στα προκριματικά του Μουντιάλ του ’34 που φιλοξένησε και κέρδισε η Ιταλία, ο Μπενίτο προέτρεψε την Ελλάδα να φτιάξει πανό! Πώς; Στα προκριματικά η Ιταλία νίκησε 4-0 και δεν ήθελε να παίξει στην Ελλάδα τον επαναληπτικό. Ο Μπενίτο έδωσε 50.000 λιρέτες στην ΕΠΟ της εποχής και καθάρισε. Μαθεύτηκε η καραμπινάτη δωροδοκία, αλλά εκείνη την εποχή οι Έλληνες ό,τι πανί είχα το χρησιμοποιούσαν ως ρούχο να ντυθούν, δεν περίσσευε για συνθήματα.
Όταν σκότωσαν τον Τσε Γκεβάρα, το 1967, η Αστυνομία στην Αργεντινή έκανε συλλογή από πανό και κεφάλια διαμαρτυρομένων. Οι οπαδοί της Μπόκα Τζούνιορς, της Φεροκαρίλ, της Ιντεπετιέντε και άλλων ομάδων, έκραζαν από την κερκίδα σηκώνοντας τα πανό με την θρυλική μορφή αιώνιας αντίστασης. Η κάθε μια από αυτές τις ομάδες έχει αγνοουμένους από εκείνες τις μέρες. Οπαδοί που χάθηκαν στα μπουντρούμια του καθεστώτος. Όπως κι όσοι τόλμησαν να αντισταθούν στο δικτάτορα Βιντέλα, στο Μουντιάλ του ’78, σηκώνοντας πανό «η Αργεντινή πρωταθλήτρια, ο Βιντέλα στο απόσπασμα».
Στα 1968 ένα ματς μεταξύ εθνικών ομάδων χόκεϊ επί χόρτου μεταξύ Τσεχοσλοβακίας και ΕΣΣΔ μετατράπηκε σε αντισοβιετικό συλλαλητήριο, με πανό που καλούσαν τους εισβολείς Σοβιετικούς να ξεκουμπιστούν από τη χώρα. Λίγες εβδομάδες πριν είχαν επιτεθεί στην Πράγα για να διαφημίσουν τα ανύπαρκτα ιδεώδη του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Το 1974 έγινε στην Πορτογαλία η «Επανάσταση των Γαρυφάλλων». Ο λαός βγήκε στους δρόμους και τα γήπεδα μετατράπηκαν σε κυψέλες αντίστασης κατά του δικτάτορα Σαλαζάρ. Οι οπαδοί των ομάδων, σε μία θαυμαστή σύμπνοια σήκωναν τα γαρύφαλλα στα γήπεδα όλης της χώρας. Το γαρύφαλλο ήταν το σύμβολο της αντίστασης, οι εξεγερμένοι τα τοποθετούσαν στις κάνες των όπλων των στρατιωτών του λοχαγού Οτέλο ντε Καρβάλιο που είχαν αυτομολήσει. Το ποδόσφαιρο μπορεί να υπερηφανεύεται ότι έπαιξε ένα ρόλο στην επαναφορά της δημοκρατίας.
Η επόμενη στάση της ιστορίας των πανό στα γήπεδα σταματάει στη Γαλλία το 1984. Στον τελικό του γαλλικού κυπέλλου, ανάμεσα στη Μετς και την Μονακό στο Παρίσι, οι εργάτες της Λωραίνης κατέφτασαν από τον βορρά με την ομάδα τους, τη Μετς, να διαμαρτυρηθούν κατά του προέδρου Φρανσουά Μιτεράν, για τις συνθήκες δουλειάς και διεκδικώντας αυξήσεις. Εκεί να δείτε πανό και από τους εργάτες της χαλυβουργικής. Οι οπαδοί της Μετς ενώθηκαν μαζί τους κι ο Μιτεράν το πήρε το μήνυμα, για την ανεξέλεγκτη δύναμη που κρύβει μέσα της η μπάλα. Γι αυτό και δυο χρόνια αργότερα τοποθέτησε πρόεδρο στη Μαρσέιγ τον Μπερνάρ Ταπί, τον άνθρωπο – πρότυπο των Ελλήνων παραγόντων του σήμερα, που «έστηνε» ακόμα και τα δοκάρια. Και βουλευτής εξελέγη ο Ταπί από τα πανό των οπαδών της Μαρσέιγ που έβλεπαν την ομάδα τους να νικάει 1-0 τη Μίλαν στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ και να παίρνει το τρόπαιο!
Δυο χρόνια αργότερα, το Μεξικό φιλοξενούσε το Μουντιάλ του 1986. Εκείνο που το πήρε μόνος του ο Μαραντόνα. Ο πρόεδρος της χώρας Μιγκέλ ντελα Μαντρίντ μετρούσε 35.000 άστεγους από τον φονικό σεισμό της προηγούμενης χρονιάς και εκατομμύρια ανέργους. Το πανό που τον ανέτρεψε ήταν έξυπνο: «θέλουμε φασόλια κι όχι γκολ».
Πανό κατά της πολιτικής, κατά καιρούς σηκώνονται παντού. Πιο συχνά, στο γήπεδο της Σεντ Πάουλι, προάστιο του Αμβούργου και στο Λιβόρνο, έδρα του κομμουνιστικού κόμματος της Ιταλίας. Επί των ημερών μας, τα πανό στήριξης της Ουκρανίας στην εισβολή των Ρώσων είναι κρεμασμένα παντού. Και αυθόρμητα, αλλά και επιτηδευμένα.
Ηθικό δίδαγμα: «Το ποδόσφαιρο είναι το καλύτερο σχολείο για ένα διπλωμάτη. Μπορεί να καταλάβει κανείς τη νοοτροπία και την κατάσταση της κάθε χώρας», είχε πει ο Χένρυ Κίσινγκερ.