Πώς ο μεγάλος μας ποιητής απέφυγε στο παρά 1’ τη συνάντηση μαζί του, προστατεύοντας τη φήμη του και τα πολιτικά του φρονήματα, τα οποία για αυτόν ήταν αδιαπραγμάτευτα.
Το 2004 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Μήτσου Κασόλα, «Νίκος Καββαδίας: Γυναίκα – Θάλασσα – Ζωή, Αφηγήσεις στο μαγνητόφωνο», από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Ένα βιβλίο το οποίο γνώρισε αρκετές επανεκδόσεις και στο οποίο μιλάει ο ίδιος ο ποιητής. Ένα βιβλίο στο οποίο σώζεται ο προφορικός του λόγος, αυτός που ηχογράφησε και απομαγνητοφώνησε ο Κασόλας. Από αυτό το ντοκουμέντο, που πρέπει να έχει στη βιβλιοθήκη του κάθε άνθρωπος που αγαπάει τον Καββαδία, παραθέτουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα σε σχέση με την Χούντα των Συνταγματαρχών και την Αριστερά. Μια άγνωστη ιστορία που μαθαίνουμε από το βιβλίο, από εκείνες τις μικρές ιστορίες που έχουν μεγάλο αντίκτυπο. Στη σελίδα 111 λοιπόν, διαβάζουμε σχετικά:
«Ο Καββαδίας από ενωρίς στη ζωή του επέλεξε από ποια μεριά του Λόφου θα σταθεί πολιτικά. Διάλεξε τη μεριά της Αριστεράς χωρίς όμως ποτέ να βγει στο παζάρι όπως το έπραξαν πολλοί για τους αγώνες τους, συχνά εξαργυρώνοντάς τους. Διάλεξε τη στέγη της Αριστεράς που από πάντα -και από τη δική της στενοκεφαλιά κυρίως- στάζει νερά μία ζωή. Χωρίς όμως αυτή η Αριστερά -μιλώ για την ηγεσία της- να τον προβάλει και να τον πατρονάρει ποτέ, όπως το έκανε με πολλούς άλλους που τους έχριζε ‘’δικούς’’ της ποιητές, ‘’δικούς’’ της αγωνιστές και λοιπά και καλλιεργούσε -είτε το άξιζαν είτε όχι- τον μύθο τους και τη φήμη τους. Όμως ο Καββαδίας, χωρίς μισαλλοδοξίες, επέμενε, μαζί με όλους εκείνους που δεν ζητούν τίποτα, να μένει πάντα κάτω από τη στέγη της. Και κάτω από αυτήν έζησε και πέθανε για τον άρτο της δικαιοσύνης που ευαγγελιζόταν και ευαγγελίζεται αυτή η Αριστερά […]».
Κάπου εδώ τον λόγο παίρνει ο ίδιος ο ποιητής, που αναφέρει γλαφυρά το ακόλουθο περιστατικό: «Πέρασα άσχημα εκείνες τις μέρες του Πολυτεχνείου. Είχα προβλήματα όπως και πολλοί άλλοι με τη συνείδησή μου. Τώρα θα σας πω και κάτι άλλο. Μια μέρα, η ώρα δύο τη νύχτα, χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν ένας γιατρός, φίλος μου. Μου λέει: ‘’Νίκο σε θέλω να ‘ρθεις σπίτι μου, τώρα’’. ‘’Τώρα;’’ μου λέει η αδερφή μου, ‘’τέτοια ώρα;’’. ‘’Τέτοια, φίλος μου είναι’’. Σηκώνομαι, ντύνομαι: ‘’Πώς εγώ όποια ώρα θέλω τον φωνάζω και έρχεται’’; Όταν φτάνω κοντά στο σπίτι του γιατρού, βλέπω τζιπ, μοτοσυκλέτες, αστυνομία. Ρωτάω: ‘’Τι συμβαίνει;’’. ‘’Στο σπίτι του κ. καθηγητού είναι ο κύριος Παπαδόπουλος’’. Κόβω δρόμο και φεύγω και ακόμα φεύγω. Με ήθελε ο φίλος μου να με γνωρίσει στον Παπαδόπουλο! Σκέψου τώρα να πήγαινα εγώ και να χαμογελούσα στον Παπαδόπουλο! Θα μούντζωνα τον εαυτό μου για όλη μου τη ζωή!».
Με αυτά τα λόγια σχολίασε το συμβάν εκείνο ο Καββαδίας που ήταν Γραμματέας των λογοτεχνών-ποιητών ΕΑΜ, για κάμποσο καιρό. Ο Καββαδίας που έγραψε στην κατοχή το ποίημα «Αθήνα 1943», που έγραψε το ποίημα «Αντίσταση», που έγραψε για τον Λόρκα και τον Γκεβάρα αυτούς τους συγκλονιστικούς στίχους:
«Πάνθηρας ακουρμάζεται θωράει και κοντοστέκει.
Γλείφει τα ρόδα απ’ τις πληγές, μεθάει και δυναμώνει.
Ξέρασε η γη τα σπλάχνα της και πήδησαν δαιμόνοι.
Σφυρί βαράει με δύναμη, μένει βουβό τ’ αμόνι» (Guevara).
Το ποίημά του τραγούδησε ο Βασίλης Λέκκας, σε μουσική του συνθέτη και σολίστ Χάρη Παπαδόπουλου.
Διαβάστε επίσης:
Μάνος Χατζιδάκις (1925-1994): «Γεννήθηκα κατευθείαν 21 χρονών»
Αυτή είναι για κάποιους η κορυφαία συναυλία του Μίκη (ΒΙΝΤΕΟ)