Eίναι ντέρμπι μεγάλης αντιπαλότητας. Όχι εντός γηπέδων, αυτό δεν αμφισβητείται μετά από την θεαματική άνοδο του δικεφάλου του βορρά και την κατάκτηση τίτλων τα τελευταία χρόνια. Αυτό είναι θεμιτό. Το αθέμιτο είναι αυτή η φοβερή και τρομερή αντιπαλότητα μεταξύ των οπαδών τους.
Τι, λοιπόν, εκφράζει ο ΠΑΟΚ και τι ο Ολυμπιακός στο πέρασμα των χρόνων; Η απάντηση είναι πως παρότι ο ένας είναι κόπια του άλλου μισούνται φανερά και χωρίς περιστροφές. Είναι από τις παραδοξότητες της φυλής, αφενός και αφετέρου την έντεχνα επιτηδευμένης διχόνοια που εισάγουν κάποιοι, για την αλλοίωση της ελληνικής συνείδησης. Θυμηθείτε τα αντεθνικά συνθήματα ένθεν – κακείθεν στο πέρασμα των χρόνων.
Την εντός γηπέδου αντιπαλότητα, την αντιλαμβάνεται ο οιοσδήποτε. Μπάλα είναι. Γκολ μπαίνει, ο ένας κερδίζει, ο άλλος χάνει ή το ματς καταλήγει ισόπαλο. Πώς, όμως, άρχισε ο ένας λαός να μισεί τον άλλον; Αφετηρία είναι η εποχή του «Μεγαλέξανδρου» Γιώργου Κούδα, είναι η προφανής απάντηση. Ο Ολυμπιακός πήγε να τον… κλέψει, αρχές δεκαετίας του ’60 και δεν το κατάφερε, παρότι του φόρεσε την ερυθρόλευκη φανέλα. Αυτός είναι ένας λόγος. Είναι, όμως, ικανός να διαγράψει τις τόσες ομοιότητες που συνθέτουν το copy του ενός με τον άλλον; Ναι, όταν οι κοινωνίες εξελίσσονται και ο ρομαντισμός αντικαταστάθηκε από το κέρδος των «επιχειρήσεων», πια. Τις ΠΑΕ.
Ας προσεγγίσουμε ιστορικά τον Ολυμπιακό και τον ΠΑΟΚ. Εν αρχή ην οι καταβολές. Το ΠΑΟΚτζήδικο στοιχείο στη Σαλονίκη, αλλά και το απλωμένο στη Βόρεια Ελλάδα είναι κατά βάση Πολίτικο, Μικρασιάτικο και Ποντιακό. Του Ολυμπιακού, τι ακριβώς διαφορετικό είναι; Τι σημαίνουν οι πόλεις που έχουν πρόσημο τη λέξη «Νέο», όπως λέμε Νέο Φάληρο -«Νέα Πέραμος» ζήτησαν τη μετονομασία του Παλαιού Φαλήρου οι Πολίτες- Νέα Κοκκινιά; Οι Κωνσταντινουπολίτες, οι Μικρασιάτες, οι Πόντιοι, μετέφεραν στην Ελλάδα την ονομασία των ξεριζωμένων πατρίδων. Πόσοι Ποντιακοί σύλλογοι υπάρχουν σήμερα στη Νίκαια, τον Κορυδαλλό, στο Κερατσίνι, στην Τερψιθέα; Και στον εθνικό όλεθρο με τη σφαγή της Σμύρνης το 1922 (ναι, αυτήν που η Ρεπούση χαρακτήρισε «συνωστισμό»), πού εγκαταστάθηκαν οι Μικρασιάτες; Παντού και στον Πειραιά, επίσης, λιμάνι καθώς ήταν.
Επί ταξικών διαφορών, μεταξύ του ΠΑΟΚ και του Ολυμπιακού, ούτε λόγος. Στη φτωχομάνα Σαλονίκη, ΠΑΟΚ ήταν όλοι στις λαϊκές συνοικίες, του εργάτη, του πραματευτή, του ανθρώπου του μόχθου. Νεάπολη, Σταυρούπολη, Τούμπα φυσικά, Ευκαρπία, Πολίχνη, Κορδελιό, εκεί που σχηματίζονται οι σκληροί πυρήνες των οπαδών του ΠΑΟΚ. Στον Πειραιά, ανάλογες περιοχές, των πυρήνων του Ολυμπιακού είναι επίσης στις «συνοικίες το όνειρο», όπως Κερατσίνι, Καμίνια, Δραπετσώνα – Πόρτο Λεόνε κ.α. Καμία διαφορά. Ούτε για Κολωνάκι μιλάμε, ούτε για Πυλαία…
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, υπήρχε μία ρομαντική αντιπαλότητα, εξαιτίας του Γιώργου Κούδα, που είχε πάντα ως κορύφωση τα γνωστά… κηδειόσημα και τα στεφάνια, απόρροια του ρομαντισμού της εποχής. Μέχρι εκεί. Με το πέρασμα των χρόνων, ο ρομαντισμός θάφτηκε. Φτάσαμε στο σημείο να απαγορεύονται οι μετακινήσεις οπαδών. Οι μειοψηφίες των οπαδών στρατολογήθηκαν και αυτοαναγορεύτηκαν ως «προστάτες» των σωματείων. Ακούστηκαν και τα πρώτα αντεθνικά συνθήματα…
Μέχρι και τη δεκαετία του ’80 στα πανεπιστήμια γινόταν ημερίδες περί της υφής του ΠΑΟΚ και του Ολυμπιακού. Μετά, ήρθε οι μέλισσες. Μαρινάκης στον Ολυμπιακό, Σαββίδης στον ΠΑΟΚ. Πλέον, δεν υπήρχαν σωματεία – σύλλογοι, αλλά ΠΑΕ με σκοπό το κέρδος. Μπλέχτηκε και η πολιτική στη μέση, που πάντα καλοκοίταζε τις μάζες και το ωραίο παραμύθι πήρε τραγικό τέλος. Τώρα, ο ένας έχει έναν καλό λόγο για τον άλλον σε κάθε επέτειο θανάτου. Των παιδιών της Θύρας 7 και αυτών της Θύρας 4 στα Τέμπη.
Είναι δε, τόσο βαθιά ριζωμένη η αντιπάθεια, που επί των ημερών φαίνεται ότι υπάρχει μία «συμμαχία» ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τον ΠΑΟΚ σε επίπεδο θεσμικών οργάνων, όπως η ΕΠΟ, η Super League κ.λπ. η οποία δεν έχει γίνει αποδεκτή ούτε από τους μεν, ούτε από τους δε. Διότι, όπως τα έγραψε στο ποίημά του ο μέγιστος Κωνσταντίνος Καβάφης, «και τώρα τι θα γένουμε χωρίς τους βαρβάρους; Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μία κάποια λύσις».